Δευτέρα 17 Νοεμβρίου 2008

Για τον Αλέκο Παναγούλη (1939-1976), 32 χρόνια μετά, το μήνυμα της αγωνίας του ηχεί...

ΜΕΓΑΛΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ.
ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΟ ΣΤΟΝ ΑΛΕΚΟ.
Cityprees-gr.blogspot


«Δεχθείτε τη σαν μια έκφραση αγωνίας για το πολιτικό αύριο της πατρίδας μας. Αγωνίας που γεννιέται από την...» η τελευταία λέξη δεν διαβάζεται (κάτι σαν πολιτικοποίηση μοιάζει) και ακολουθεί η υπογραφή του, δυσανάγνωστη και αυτή. Είναι τα τελευταία λόγια του Αλέκου Παναγούλη, γραμμένα με συγκινησιακή φόρτιση, σαν να ήθελε να αφήσει γραπτό ένα σημαντικό μήνυμα πάνω στη χαρτοπετσέτα, ώρα 2.08 το πρωί του Σαββάτου 1ης Μαΐου 1976, στο κέντρο όπου δείπνησε με συντροφιά. Λίγο μετά, μπήκε μόνος του στο πράσινο Φίατ, πήρε τον συνηθισμένο δρόμο για το σπίτι του, Αριστοφάνους 5, στη Γλυφάδα, αλλά... Τσακισμένο το αμάξι βρέθηκε στον τσιμεντένιο τοίχο φανοποιείου, δεξιά στη λεωφόρο Βουλιαγμένης, σαν κάτι να τον ανάγκασε να στρίψει απότομα, ξαφνικά, να βγει έξω από τον δρόμο, ώσπου να τον σταματήσει ο τοίχος. «Τροχαίον» χαρακτηρίστηκε το δυστύχημα που στέρησε στα 37 του χρόνια τη ζωή του Αλέκου Παναγούλη, βουλευτού της ΕΔΗΚ, πρώτου αντιστασιακού της χώρας, που σύσσωμος ο λαός ακολούθησε τη σορό του ώς την τελευταία του κατοικία στο Α΄ Νεκροταφείο. Μια συγκλονιστική πομπή, που όμοιά της δεν έζησε η Αθήνα. Αρχιζε από τα σκαλιά της Μητροπόλεως και τελείωνε στον ανοιχτό τάφο στο Κοιμητήρι. Στην κηδεία η αγαπημένη του σύντροφος και η καλύτερη δημοσιογράφος της εποχής της, Ιταλίδα Οριάνα Φαλάτσι, έσκυψε και πέρασε τη βέρα της στο δάκτυλό του, με τη μάνα - ηρωίδα σύγχρονης ελληνικής τραγωδίας, Αθηνά Παναγούλη, και τον γιο της Στάθη στο πλευρό της. Τον άνδρα της Βασίλη και δύο γιους, τον Γιώργο και τον Αλέκο έδωσε για την πατρίδα η μαυροντυμένη αδάκρυτη σύζυγος και μάνα - σύμβολο και ο Στάθης Παναγούλης, βουλευτής του ΠΑΣΟΚ για περιορισμένο διάστημα, έδωσε τα ονόματά τους στα παιδιά του, σήμερα άντρες με όνομα, βαριά όσο και τιμητική κληρονομιά. Η Ελένη Μπίστικα γνώρισε τον Αλέκο Παναγούλη στις Δίκες των Πρωταιτίων και των βασανιστών, όπου, με δίπλα του την Οριάνα έκρυβε πίσω, ντροπαλά, τα χέρια του, κατακομματιασμένα από τα χοντρά σκοινιά που τον κρεμούσαν για να ομολογήσει, τι; Την αγάπη του για ελευθερία και δικαιοσύνη, για δημοκρατία. Ολη αυτή την αγωνία που βίωσε στην απομόνωση στις Στρατιωτικές Φυλακές Μπογιατίου, στις απεργίες πείνας, στους ατελείωτους ξυλοδαρμούς την διοχέτευε στα ποιήματά του, γραμμένα με αίμα, με σπίρτο στον τοίχο του κελιού του. Ολα αυτά τα «ντοκουμέντα» μιας γενναίας ψυχής, δοσμένης στον αγώνα, υπάρχουν για να τα διαβάζουν, σαν δική τους βίβλο, όποιοι ανεξάρτητα από πολιτικές πεποιθήσεις αναγνωρίζουν τη λεβεντιά, τη δύναμη της αντίστασης στη δικτατορία που εκπροσώπησε η ανυποχώρητη στάση του Αλέκου Παναγούλη και θαυμάσθηκε από τη διεθνή κοινότητα των ελεύθερα σκεπτόμενων ανθρώπων.

Κάθε χρόνο παραμονή Πρωτομαγιάς, αυτή η ηλικίας 33 ετών ελληνική καθημερινή στήλη κρεμά, αντί για πρωτομαγιάτικο στεφάνι, τις δικές του λέξεις, άνθη ποτισμένα με αίμα και απέραντη μοναξιά. Μπορεί να μην είναι πολύ, αλλά είναι κάτι. Το οφείλει η στήλη στον Στάθη, στη Βάσω, στα παιδιά τους Γιώργο και Αλέκο, κυρίως στη μνήμη της μάνας που έφερε το βιβλίο του γιου της «τα ποιήματα», από την ιστορική πλέον έκδοση Παπαζήση, στο δημοσιογραφικό γραφείο, με αφιέρωση, τον Απρίλη του 1979, «για να μην ξεχνάτε τον Αλέκο», είχε πει. Τέτοιοι γιοι δεν ξεχνιούνται.

Αγωνιστικά, της ελπίδας

«Το μήνυμα γίνεται πράγμα», γράφει ο Πιέρ Πάολο Παζολίνι (μετάφραση Μιχ. Πασχάλη) στην εισαγωγή της 2ης Εκδοσης των Ποιημάτων. «Το πιο σίγουρο και αποτελεσματικό στοιχείο που λειτουργεί στην ποίηση του Παναγούλη είναι η πλήρης, απόλυτη έλλειψη αμφιβολίας για την αγαθότητα του πολιτικού του αγώνα». Στα Ποιήματα του Παναγούλη εκείνο που βαραίνει είναι η πίστη του στον Αγώνα, στη ζωή. «Σπίθα φεγγίζει μες το σκοτάδι / νέοι αγώνες σε προσκαλούν». Κι αυτό που κάνει τα ποιήματα αγωνιστικά, είναι που δεν θέτει την ποίηση σαν αυτοσκοπό, αλλά σαν μέσο. Τα έγραψε στην παρανομία και στη φυλακή. Οταν, δηλαδή, δεν μπορούσε να δράσει», παρατηρεί ο Βασίλης Βασιλικός στον Πρόλογο της 2ης Εκδοσης. «Είναι ο Λαός για λίγο σαστισμένος / μα πάλι με ελπίδα καρτερά / σαν βλέπει τον αγώνα θεριεμένο / που σύμβολα αρχίζει να γεννά». Και πάλι ο αγώνας, η ελπίδα, η Αυγή. Είχε βγει στο μπαλκόνι, στο φως της αυγής για να κρεμάσει το μαγιάτικο στεφάνι του ο άνθρωπος που είδε, απέναντι, στο βάθος άλλου τσιμεντένιου τάφου, όχι της φυλακής του πια, τον Αλέκο Παναγούλη, άψυχο, σκυμμένο στο τιμόνι του στραπατσαρισμένου αυτοκινήτου. Το σύμβολο, έστω κι αν σίγησε από ανεξερεύνητες συνθήκες, μιλά μέσα από τα Ποιήματά του. Για την επέτειο μνήμης 2007, 32 χρόνια από το μοιραίο εκείνο ξημέρωμα της Πρωτομαγιάς 1976, ας τον θυμηθούμε με ένα ανθρώπινο ποίημά του, γραμμένο στην Απομόνωση στις Στρατιωτικές Φυλακές Μπογιατίου, 1971. Αφιερωμένο στην Τόσκα Φαλάτσι, της ζητά: «Προσπάθησε».

«Θυμίσου λύπες και χαρές

προσπάθησε παιδί να ξαναγίνεις

με την καρδιά μονάχα να κοιτάς...

Θυμίσου τα σκιρτήματα της σκέψης

με αγάπη δες τα πρώτα της βήματα

με ενθουσιασμό τα ύστερα αν θέλεις

αλλά σταμάτησ’ από δω και μπρος

μαζί της να πηγαίνεις

ότι είναι δύσκολο το ξέρω

αλλά προσπάθησε

τουλάχιστον το βήμ’ αργότερο να γίνει».

Στη Γλυφάδα πια, Σεπτέμβρης 1973, ο Αλέκος Παναγούλης γράφει το τρίστιχο αυτό, σαν ουράνιο τόξο, στις τόσες του κακουχίες. Είναι η ζωή που του αχνογελά. Δεν το έχει αφιερώσει στην Οριάνα, αλλά μοιάζει να μιλά για εκείνη που εξαιτίας της «Αγάπης λέξεις ξεχασμένες

αναστημένες

με φέρνουν πάλι στη ζωή».

Τίτλος: «Για Σένα»

Tης Eλενης Mπιστικα

ΠΗΓΗ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια: