Δευτέρα 3 Νοεμβρίου 2008

Περί δημοσιογραφίας, ελευθερίας και μπλόγκιγκ


Πήγα στον φίλο μου τον Αστεροειδή και μου άναψε φωτιές μ΄αυτό το πόστ του το σχετικό με την ας πούμε “διαμάχη” μεταξύ όλων ημών τών ασχολουμένων με τον γραπτό λόγο σε οποιαδήποτε μορφή του. Τον έχω μυριστεί κι΄εγώ αυτόν τον υπόγειο “πόλεμο” και τον ανταγωνισμό , αλλά δεν έχω δώσει σημασία. Η παραπομπή όμως του Αστεροειδή σ΄ένα άρθρο της κυρίας Αμάντας Μιχαλοπούλου που αρθρογραφεί στην “Καθημερινή” λιγάκι σα να μούριξε λαδάκι στη φωτιά μου. Κάθεται τώρα η καλή και σοβαρή κυρία και κάνει σοβαρές αναλύσεις επί του θέματος, λές και σχολιάζει τον πόλεμο Βορείων και Νοτίων. Και δεν είναι μόνο αυτή. Εχουμε μπλόγκερς που τάχουν με τούς δημοσιογράφους, άλλους δημοσιογράφους που εξοργίζονται με τούς μπλόγκερς, λογοτέχνες που έχουν μπλόγκ, μπλόγκερς που θέλουν να γίνουν λογοτέχνες (και πολύ καλά κάνουν), επιθέσεις, υπονοούμενα και ύβρεις που παρουσιάζουν μια κατάσταση “πολεμικής ετοιμότητας” που δεν βλέπω τον λόγο να υπάρχει. Δεν θέλω να παραστήσω την στρουθοκάμηλο, πιστεύω όμως οτι στην ουσία δεν τίθεται κανένα θέμα για το πού γράφει ο καθένας, για ποιό λόγο, με ποιά κίνητρα και με τι εμβέλεια.

Είναι θέμα επιλογής. Οσοι απο μας έχουν δουλέψει στα έντυπα, ας μην κρύβονται, ξέρουν πολύ καλά οτι εργάζονται κάτω απο καθεστώς αυστηρής αυτολογοκρισίας και μόνον κάποιοι εξαιρετικοί καταφέρνουν να διατηρούν το στύλ τους χωρίς να ενοχλούν τίς βλέψεις, επενδυτικές, πολιτικές, κοινωνικές και άλλες, τού εκδότη τους. Θυμάμαι παλιά, όταν δούλευα στην “Απογευματινή” επι Νίκου Μομφεράτου, λίγο πρίν δολοφονηθεί απ΄τα χαριτωμένα αυτά παλληκάρια που θέλανε να σώσουν την Ελλάδα, έγραψα κάποια στιγμή κάτι πολύ αρνητικό και αντιπαθητικό είτε για την Αλίκη Βουγιουκλάκη, είτε για την Ζωή Λάσκαρη, δεν είμαι σίγουρος και δεν θυμάμαι ακριβώς. Ο Μομφεράτος με φώναξε στο γραφείο του, με κάθησε στην απέναντι πολυθρόνα και μού έδειξε το δισέλιδο για το οποίο ήμουν υπεύθυνος, το “καλλιτεχνικό” της Κυριακής.

“Αρη”, μου είπε, “με φέρνεις σε πολύ δύσκολη θέση. Οι άνθρωποι αυτοί είναι φίλοι μου. Κάνω παρέα μαζί τους. Με ρωτούν τι είναι αυτά που γράφονται στην εφημερίδα μου και δεν ξέρω τι να απαντήσω”. “Να απαντήσετε”, του είπα, “οτι αυτός που τα γράφει υπογράφει και τον έχω προσλάβει γιατί τον θεωρώ σύγχρονο και αποτελεσματικό. Δεν είναι ο ρόλος σας να ασχολείστε με οτι γράφεται σε όλες τίς σελίδες μιάς ολόκληρης εφημερίδας. Πείτε τους οτι στην “Απογευματινή” δεν έχουμε λογοκρισία και ο καθένας γράφει αυτό που πιστεύει”. Δεν τα είπα βέβαια ακριβώς έτσι, δεν είμαι και ο Σών Κόννερυ, τα είπα όμως σχεδόν έτσι και τα εννοούσα ακριβώς έτσι. Ξέρετε τι μου είπε; “Εχεις δίκηο. Δεν μπορώ και δεν θέλω να σε λογοκρίνω. Θα μου επιτρέψεις όμως να γράψω κι΄εγώ ένα άλλο κείμενο εντελώς αντίθετο με τις δικές σου απόψεις”. Κι΄έτσι έκανε. Εβαλε έναν δικό του δημοσιογράφο και έγραψε έναν ύμνο για όποιο ήταν το θέμα εκείνο το οποίο εγώ είχα καθυβρίσει και εκτιμήσαμε βαθύτατα και οι δύο την στάση του άλλου.

Αυτά όμως συνέβαιναν πρίν την Πτώση.

Μετά την Πτώση (που θα την συζητήσουμε ενδεχομένως σε άλλο πόστ) ο κάθε κατεργάρης μπήκε στον πάγκο του και τα φερμουάρ ραφτήκανε προσεχτικά. Είναι λοιπόν γνωστό (”και διατί να το κρύψωμεν άλλωστε”, που λέει κι΄ο Μητσοτάκης) οτι το κάθε εκδοτικό συγκρότημα, συμπεριλαμβανομένης και τής πολυαγαπημένης μου “Καθημερινής” στην οποίαν πολύ θα ήθελα να δούλευα, έχει συγκεκριμένες δεσμεύσεις, βλέψεις, στόχους επιχειρηματικούς και πορείες πρός το μέλλον χαραγμένες. Ολοι όσοι έργάζονται στις εφημερίδες και τα περιοδικά που έχουν κάποιο κύρος, κάποια δύναμη ή κάποια κυκλοφορία υπολογίσιμη, προσέχουνε πάρα πολύ τι γράφουνε. Αυτό δεν το σημειώνω ως “αποκάλυψη” αλλά ως απλό γεγονός. Και επαναλαμβάνω πως και εγώ ο ίδιος που ψάχνω δουλειά, γιατί με τούς στίχους και το μπλόγκιγκ δεν βγαίνει ο μήνας, ξέρω πως άμα συμφωνήσω να πάω στο τάδε έντυπο θα προσαρμοστώ στίς βασικές του κατευθύνσεις και θα προσπαθήσω να διαφοροποιηθώ μόνον απο το τρόπο που γράφω και σκέπτομαι, απ΄αυτό δηλαδή που ούτως ή άλλως εκπέμπω όταν είμαι ειλικρινής. Θα ξέρω όμως ότι όταν δουλεύω στον Μπόμπολα θα αποφεύγω τα κατεβατά και τίς σπόντες για τίς κατασκευαστικές και όταν δουλεύω στον Λαμπράκη δεν θα γράφω λίβελλους για τίς παραστάσεις του Μεγάρου Μουσικής ή τής μικρής Επιδαύρου. Τόσο απλά.

Η κυρία Μιχαλοπούλου λοιπόν, έμπειρη και σοβαρότατη καθώς είναι, τα γνωρίζει αυτά. Και εξ΄αυτών θα έπρεπε να καταλαβαίνει οτι είναι μεγάλη ανάσα το διαδίκτυο και δή το μπλόγκιγκ - γιατί εδώ γράφουμε οτι θέλουμε για όποιον θέλουμε και δεν έχουμε να δώσουμε λογαριασμό σε κανέναν. Είτε είμαστε δημοσιογράφοι, είτε συγγραφείς, ποιητές, στιχουργοί, είτε Πρόσωπα που με τα γραπτά μας θέλουμε να εκφραστούμε, να επικοινωνήσουμε, να δώσουμε ένα “σήμα” κι΄ένα περίγραμμα τής προσωπικότητάς μας την οποίαν νοιώθουμε την ανάγκη να την μοιραστούμε , έχουμε κάθε δικαίωμα να το κάνουμε και πρέπει αυτό να γίνεται σεβαστό - όπως γίνεται σεβαστό πως οι παρατάξεις, οι εργολάβοι, οι τράπεζες και πολλοί άλλοι, έχουν κάθε δικαίωμα μέσα σε μιά απολύτως ελέυθερη οικονομία να αγοράζουν και να ελέγχουν εμμέσως ή αμέσως μεγάλα και ισχυρά μέσα ενημέρωσης, έντυπα στα οποία θέλουν και μπορούν να εργάζονται άνθρωποι σαν την κυρία Μιχαλοπούλου ή σαν και μένα. Δεν απειλείται η εφημερίδα απο τούς μπλόγκερς, έχουμε ακόμα πολύ δρόμο μέχρι να φτάσουμε στην κατάργηση των εντύπων, τόσο πολύ δρόμο ώστε ούτε εγώ (πάντως) ούτε η κυρία Μιχαλοπούλου θα τον προφτάσουμε.

Ας μην ανησυχούμε λοιπόν. Τα μπλόγκς είναι οχτώ χρονών (όπως μας λέει η ίδια στο άρθρο της) και ωριμάζουνε σιγά-σιγά, όπως ωριμάσανε σιγά-σιγά οι κάποτε “πειρατικοί” ραδιοσταθμοί που είχανε μεγάλη πλάκα και απεριόριστη ελευθερία, μέχρι που καταργήθηκε το κρατικό μονοπώλιο, λανσάραμε την ιδιωτική (και όχι πιά “ελέυθερη”) ραδιοφωνία - και οι συχνότητες μοιραστήκανε όπως μοιραστήκανε. Αν λοιπόν φτάσει ποτέ ένα μπλόγκ ή ένα forum στην Ελληνική γλώσσα να έχει τόση επισκεψιμότητα ώστε να γίνει χρήσιμο στην εξουσία, ας μην ανησυχεί η κυρία Μιχαλοπούλου, θα το αγοράσει ο κύριος Αλαφούζος ή ο κ. Μπόμπολας και θα το εντάξει στίς επιχειρήσεις του. Η ίδια λέει οτι πολλοί μπλόγκερς ήδη παίρνουν διαφίμηση. Τι σημαίνει αυτό; Οτι άνθρωποι είναι και οι μπλόγκερς και οι περισσότεροι απο αυτούς να ενταχθούν στο σύστημα και στο mainstream ονειρεύονται. Λέω οι περισσότεροι απ΄αυτούς γιατί αυτή είναι η αίσθησή μου, μπορεί όμως να κάνω και λάθος και να είναι η μειοψηφία. Τα μηχανάκια με τίς μετρήσεις πάντως δουλεύουνε ασταμάτητα κι΄εδω στα μπλόγκς και όλοι πάμε και κοιτάμε αν ανεβήκαμε στην κατάταξη (έτσι κάνουμε κι΄άμα βγάζουμε c.d, παίρνουμε την “Κυριακάτικη” να δούμε σε ποιόν αριθμό είμαστε) και αυτό σημαίνει οτι αυτό που ζητάμε είναι να είμαστε μέσα στο παιχνίδι, να μας δοθεί η ευκαιρεία να εκφραστούμε, αλλά με τούς δικούς μας όρους και έντιμα, χωρίς να ενοχλούμε κανέναν.

Δεν μιλάω βέβαια εξ΄ονόματος κανενός άλλου πέρα απ΄τον εαυτό μου. Εχω όμως την αίσθηση πως το μπλόγκιγκ είναι ένα διάδρομος απογείωσης για ανθρώπους εξαιρετικά ταλαντούχους που δεν έχουνε όμως την πρόσβαση που έχει στα έντυπα η κυρία Μιχαλοπούλου ή ο Αρης Δαβαράκης πού, ακόμα και στα πολύ κάτω του, έχει δέκα πόρτες να χτυπήσει στο mainstream. Υπάρχει πολύ ταλέντο και σκέψη και καλές ιδέες και απόψεις πολύ σοβαρές στον χώρο τών μπλόγκς - όπως υπάρχει και πολύ μαλακία. Η “Καθημερινή” και το “Espresso” δεν κάνουνε την ίδια δουλειά, όπως και μιά τρελλή κουτσομπόλα μπλογκερ δεν κάνει την ίδια δουλειά με τον Old Boy, τον Thas, τον Ακίνδυνο ή τόν Νίκο Δήμου (συγχωρέστε με για την επιλογή, είναι απλώς ένα παράδειγμα).

Bottom-line λοιπόν, διότι φλυαρώ ασκόπως. Τα μπλόγκς δικαούνται τον σεβασμό όλης της κοινωνίας ΚΑΙ τών δημοσιογράφων ακόμα παραπάνω γιατί είναι φρέσκα, ελεύθερα, έχουν στόχους, όνειρα, έχουν πολλή γνώση σε κάποιους τομείς, κρύβουν πολλή σκέψη και προσπάθεια και, στο τέλος-τέλος, είναι ένα ηλεκτρονικός τρόπος δημιουργίας, επικοινωνίας και έκφρασης.

Και οι δημιογράφοι όμως που εργάζονται μέσα στον ρεαλισμό των ισχυρών συμφερόντων, δικαούνται ΚΑΙ αυτοί τον σεβασμό όλης της κοινωνίας και τών “συγγενών” τους μπλόγκερς, γιατί οι νόμοι της αγοράς είναι σκληροί, οι ώρες πάρα πολλές (συσκέψεις, παρασυσκέψεις, ρεπορτάζ, τηλεφωνήματα, τραπεζώματα και βάλε) και ο ανταγωνισμός λυσσαλέος. Εμείς εδώ δεν έχουμε τέτοιες αγωνίες, τουλάχιστον μέχρι να έρθει η ώρα να μας αποροφήσει το mainstream. Και, καλά, εγώ την έπαθα νωρίς, δε μετράω. Είμαι πιά 54 και κάνω μπλόγκιγκ γιατι μ΄αρέσει αυτός ο τροπος επικοινωνίας, ο ελέυθερος και αδέσμευτος. Εχω συνεργαστεί όμως επι μία τριακονταετία με το mainstream και ετοιμάζομαι να ξανασυνεργαστώ για τούς καθαρά πρακτικούς λόγους που ήδη ανέφερα. Αν όμως κάποιος απο τούς νεώτερους, όπως ο Pitsirikos που σήκωσε πρώτος τη σημαία, βρεθεί αύριο στο “ΒΗΜΑ” ή την “Καθημερινή” (όπως άλλοι βρέθηκαν στούς New York Times ή την Washington Post) δικαίωμά του. Χαρά μας ολωνών, και της κυρίας Μιχαλοπούλου και εμού του ιδίου και πάντων των ασχολουμένων με τον γραπτό λόγο, να προχωρούν οι άνθρωποι και να ανταλλάσουν απόψεις και να ανοίγουν νέους δρόμους ανοίγοντας τα φτερά τους.

Συγγνώμη για τη φλυαρία. Τώρα που ξέσπασα βλέπω οτι θα μπορούσα να το πώ πιό απλά ― Αφείστε όλα τα λουλούδια ν΄ανθίσουν.

Και ας μην ανησυχεί ούτε ο κύριος Ζαχαριάδης ούτε η κυρία Μιχαλοπούλου.

Ο καθείς και τα όπλα του.

(Ετσι έλεγε ο Ελύτης που έχει γράψει και τον άλλον υπέροχο στίχο : “Κι΄έχω για μόνο μου όπλο, μόνη μου άμυνα, τα νύχια μου τα μώβ, σαν τα κυκλάμινα”).

ΤΟ ΔΙΑΒΑΣΑ ΚΑΙ ΜΟΥ ΑΡΕΣΕ ΠΟΥ; ΕΔΩ...

http://www.prosopa.com/?p=391

Δεν υπάρχουν σχόλια: