Κυριακή 25 Ιανουαρίου 2009

Να συζητηθεί η πρόταση μεταπολίτευσης



Tου Xρηστου Γιανναρα

Στις δημοσκοπήσεις οι πολίτες αποτυπώνουν ευκρινέστατα την κατάρρευση του πολιτικού συστήματος της χώρας. Την πιστοποιούν εμπειρικά στην κάθε μέρα, διασταυρώνουν την πιστοποίηση με όση πληροφόρηση τους παρέχεται. Ακόμα και οι αυτουργοί της κατάρρευσης, οι επαγγελματίες της εξουσίας, εμφανίζονται να ζητάνε «λύση στο αδιέξοδο».

Οι λύσεις δεν προκύπτουν με ανακύκλωση του ίδιου πολτού των κυρίως υπαίτιων για την κατάρρευση του συστήματος. Ούτε υπάρχουν έτοιμες συνταγές αυτοπροστασίας μιας κοινωνίας όταν καταρρέει το πολιτικό σύστημα. Ο πληθωρισμός των διαπιστώσεων του αδιεξόδου, οι αλληλοκατηγορίες που ανταλλάσσουν μεταξύ τους οι κυρίως υπαίτιοι και η διαρροϊκή γενικολογία τάχα προτάσεων ανάκαμψης, είναι συμπτώματα επιδείνωσης, όχι ανάσχεσης του κακού.

Προτάσεις για την ανάγκη ριζοσπαστικής αναμέτρησης με τις πραγματικές αιτίες της κατάρρευσης, υπήρξαν. Αρχισαν να εμφανίζονται από τους πρώτους κιόλας μήνες μετά τις εκλογές του 2004, όταν για τους οξυδερκείς, ήταν κιόλας ολοφάνερο ότι η «Νέα Δημοκρατία» δεν είχε την παραμικρή προετοιμασία για να κυβερνήσει τη χώρα. Ηταν και η ίδια αφομοιωμένη στον διαλυτικό της κοινωνίας και του κράτους μηδενιστικό αμοραλισμό της μεταπολίτευσης.

Οι προτάσεις αγνοήθηκαν μέσα σε κλίμα ανέμελης και βολικής ανοχής. Η ανοχή χάρισε το 2007 και δεύτερη τετραετία σε μια εξωφρενικής ανικανότητας κυβέρνηση και εν λευκώ παράταση αρχηγίας στον τραγικής έως κωμικής μετριότητας οικογενειακό διαχειριστή της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Από τις εκλογές του 2007 ώς σήμερα, η κατάρρευση του πολιτικού συστήματος έχει πάρει χαρακτήρα ραγδαίας και αδυσώπητης διάλυσης. Οι σοβαρές προτάσεις αναχαίτισης είναι τώρα περισσότερες, έχουν μεγαλύτερη απήχηση, κυρίως όμως αφορούν επιμέρους συμπτώματα του αδιεξόδου. Λείπει ή αγνοείται η ολοκληρωμένη, διαυγής και ρεαλιστική σύλληψη των κυρίων αιτίων της πολιτικής κατάρρευσης, σύλληψη ικανή να λειτουργήσει και σαν δρομοδείχτης για πιθανή ανάκαμψη.

Προδρομικό ίχνος θα μπορούσε, νομίζω, να θεωρηθεί ένα κείμενο, που την πρότασή του θα ήθελα να κοινωνήσω με τους αναγνώστες της επιφυλλίδας – να κριθεί με τα μέτρα της κοινής αναμονής ή προσδοκίας επιτελικού δρομοδείχτη. Θεωρώ το κείμενο έκπληξη σοβαρού, απροκατάληπτου και ευφυούς πολιτικού λόγου. Βρίσκεται από τις 30 Ιουνίου, στην ιστοσελίδα www.ppol.gr και υπογράφεται από τον κ. Νίκο Ράπτη, τον οποίο δεν γνωρίζω και από το βιογραφικό του μαθαίνω ότι είναι εκπαιδευτικός – διηύθυνε στο διάστημα 2002-2004, έναν «Ομιλο Προβληματισμοόυ για τον Εκσυγχρονισμό της Κοινωνίας».

Είναι κείμενο που πρέπει να διαβαστεί ολόκληρο, κάθε σύντμηση μειώνει τη συνολική δυναμική του. Ωστόσο, μόνο σαν κίνητρο ή ερεθισμό του ενδιαφέροντος των αναγνωστών μου, θα το κορφολογήσω ενδεικτικά, βεβαιώνοντας ότι το κορφολόγημα υπονομεύει την έκπληξη της ανάγνωσης.

Αφετηριακή θέση του κειμένου η πιστοποίηση, με διαγνώσεις που σπάνια εμφανίζονται στον δημόσιο λόγο, χρεωκοπίας του «μεταπολιτευτικού πολιτικού συστήματος». Σήμερα, «οι αριθμοί που διαθέτουμε» βεβαιώνουν ότι προβλήματα απωθημένα και αγνοημένα στα τριάντα τέσσερα τελευταία χρόνια, «θα ακυρώσουν σύντομα, ακόμα και την ίδια τη δυνατότητα να συνεχιστεί η παρουσία ενός εθνικού - δημοκρατικού ελληνικού κράτους στον ελλαδικό γεωγραφικό χώρο». Το καθεστωτικό πολιτικό μόρφωμα της μεταπολίτευσης «καταπνίγει βάναυσα ό,τι αποκαλούμε δημοκρατία... Είναι καταδικασμένο να πέσει στον λάκκο που σκάβει, επειδή δεν προβληματίζεται για τίποτε άλλο πέρα από τη διαιώνιση της ύπαρξής του. Βασίζεται αποκλειστικά σε ένα ατέλειωτο αλισβερίσι συμφερόντων που ακολουθεί κανόνες μαφιόζικου τύπου... Τι αξιολόγησε ως σημαντικό η μεταπολίτευση; Τον χωρίς όρια ατομοκεντρισμό, τον ξέφρενο καταναλωτισμό, τη διασημότητα, την περιφρόνηση για έννοιες όπως: αξιοκρατία, σχεδιασμός, προβλεπτικότητα, αυτοθυσία, μόχθος, ηγετικότητα. Σε άλλες εποχές, θα ήταν σήμερα η ώρα επίκλησης του λοχία. Ελλείψει λοχία όμως σήμερα τα κάστανα από τη φωτιά θα τα βγάλουμε εμείς οι πολίτες».

Πώς όμως, με ποιες πρακτικές θα βγάλουμε οι πολίτες τα κάστανα από τη φωτιά; Ο Ν. Ράπτης θεωρεί πως «η ρήξη θα πρέπει να έχει έναν πολιτικό πυλώνα με πέντε πλευρές: α. Ενα νέο πολιτικό υποκείμενο, β. Τη σύγκληση συντακτικής εθνοσυνέλευσης, γ. Τη θέσμιση ενός νέου πολιτικού συστήματος, δ. Τη λειτουργία ενός ανεξάρτητου συστήματος αξιολόγησης και λογοδοσίας της κυβέρνησης, ε. Την απόδοση ευθυνών για τα όσα άνομα έγιναν τις τελευταίες δεκαετίες».

Προσπαθεί να αναλύσει πιο συγκεκριμένα την κάθε μία από τις «πέντε πλευρές του πυλώνα». Για το νέο πολιτικό υποκείμενο (κομματικό σχήμα, προφανώς) πιστεύει ο Ν. Ράπτης ότι «θα είναι αυτοκτονικό να ανανεώσει απλώς τις παραδοσιακές πολιτικές αποχρώσεις του 20ού αιώνα. Χρειάζεται μια πλατιά προγραμματική συμφωνία που να αξιοποιήσει και να ενσωματώσει ό,τι θετικό από αυτές τις αποχρώσεις. Το δίλημμα δεν είναι πια δεξιοί - αριστεροί, κοσμικοί - θρήσκοι, ευρωπαϊστές - εθνοκεντρικοί κ.λπ. Το δίλημμα είναι μεταξύ όσων τους νοιάζει να συνεχίσει να υπάρχει δημοκρατικό ελληνικό κράτος στον ελλαδικό χώρο και στον 22ο αιώνα, και όσους δεν τους νοιάζει».

Το πώς θα συγκληθεί Συντακτική Συνέλευση για να δώσει στη χώρα καινούργιο Σύνταγμα, για ποιους λόγους το Σύνταγμα του 1974, που «κουρελιάστηκε από τις μικροπολιτικές και υστερόβουλες αναθεωρήσεις του 1985 και κυρίως εκείνη του 2000», δεν μπορεί να λειτουργήσει, ποιοι οφείλουν να είναι οι νέοι άξονες του καινούργιου Συντάγματος, ποιες πρακτικές μπορούν να οδηγήσουν σε πραγματικά «νέο πολιτικό σύστημα», πώς μπορεί να κατορθωθεί «ανακατάληψη από την πολιτεία του δημόσιου χώρου των ραδιοτηλεοπτικών συχνοτήτων», τι μπορεί να σημαίνει η δημιουργία μιας αξιόπιστης και έγκυρης Στατιστικής Αρχής: Αυτά όλα είναι θέματα που μόνο διαβάζοντας το ίδιο το κείμενο του Ν. Ράπτη μπορεί να αξιολογήσει τον ρεαλισμό τους ο αναγνώστης.

Ρόλος της επιφυλλίδας είναι να ενισχύσει το έναυσμα. Προτείνει, λοιπόν, συγκεκριμένα: Να αναδημοσιευθεί το κείμενο του Ράπτη σε εφημερίδα γνωστή για την πρωτοπορία της σε ανυστερόβουλους προβληματισμούς – την «Καθημερινή». Και να ζητήσει η εφημερίδα τις αντιδράσεις σε αυτή την πρόταση ανθρώπων ανυπότακτων σε κομματικές ιδιοτέλειες. Η επιφυλλίδα προτείνει ευθαρσώς ότι θα ήθελε τις κρίσεις του Στέφανου Μάνου, του Αλέκου Παπαδόπουλου, του Χαρίδημου Τσούκα, του Δημήτρη Παπούλια, του Θεόδωρου Ζιάκα, του Δημήτρη Τσάμη, του Νίκου Δόικου. Για το ξεκίνημα.