ΤΟΥ ΧΡ.ΓΙΑΝΝΑΡΑ
Η ελληνική κοινωνία εμφανίζει μια σχιζοειδή ποιοτική ανομοιότητα των μελών της. Δεν πρόκειται για έκπληξη, δεν θα μπορούσε η Ελλάδα να αποτελεί εξαίρεση: Κάθε κοινωνία ανθρώπων έχει μια μερίδα καλλιεργημένων, συνετών, ασκημένων στην κριτική σκέψη ατόμων, και ταυτόχρονα τη μερίδα των μειονεκτικών σε ποιοτικά προσόντα και καλλιέργεια, μιαν υπανάπτυκτη μερίδα.
Παντού και πάντοτε η ομαλή λειτουργία του συλλογικού βίου εξαρτάται από την ποσοτική ισορροπία των δύο πληθυσμικών ομάδων και (κυρίως) από τα ποσοστά μετοχής τους στη διαχείριση των κοινών. Παντού και πάντοτε οι θεσμοποιημένες λειτουργίες διάκρισης ποιοτήτων και αξιοκρατικής ιεράρχησης ευθυνών είναι αυτονόητες, γιατί επιβάλλονται από την ανάγκη. Η ζωή όλων λειτουργεί ευχερέστερα, όταν σε οποιοδήποτε κοινωνικό λειτούργημα κρίνεται θεσμικά, καταξιώνεται και έχει προβάδισμα ο ευφυής και όχι ο βραδύνους, ο εργατικός και όχι ο ράθυμος, ο ανιδιοτελής και όχι ο παραδόπιστος.
Εξαρτάται η ομαλή λειτουργία του συλλογικού βίου και από τη δυναμική των θεσμών που αποβλέπουν στη συνεχή μείωση της υπανάπτυκτης και μειονεκτικής μερίδας του πληθυσμού, στον συνεχή περιορισμό των επιρροών της στη δημόσια ζωή. Εχει καίρια σημασία για την κοινωνική ομαλότητα η δυναμική του εκπαιδευτικού συστήματος, η δυναμική του θεσμοποιημένου κοινωνικού ελέγχου των ΜΜΕ, η αξιοκρατία στη διοίκηση.
Στην Ελλάδα, πριν από είκοσι οχτώ χρόνια, το ΠΑΣΟΚ ανέτρεψε ευχερέστατα και τις τρεις αυτές προϋποθέσεις κοινωνικής ομαλότητας – και μάλιστα με την καύχηση ότι έτσι επέφερε ποθούμενο «κοινωνικό μετασχηματισμό»: Με τη λογική των εμπορευματοποιημένων μεθόδων πλύσης εγκεφάλου των μαζών, οι κάπηλοι του σοσιαλισμού κολάκεψαν την υπανάπτυκτη σε απαιτήσεις ποιότητας κοινωνική μερίδα, της παραχώρησαν εξωφρενικές προνομίες που εξυπηρετούσαν (τελικά και μεθοδικά) την επιβολή στυγνού κομματικού κράτους. Εξουδετέρωσαν και ευτέλισαν τους θεσμούς ανάσχεσης της υπανάπτυξης: το σχολειό, το πανεπιστήμιο, την πληροφόρηση και ψυχαγωγία, κάθε λειτουργία πειθαρχικού ελέγχου και αξιολόγησης ποιοτήτων σε οποιαδήποτε πτυχή του δημόσιου βίου.
Σε αυτή τη στρατηγική του ΠΑΣΟΚ, το αντίπαλο «κόμμα εξουσίας», η Νέα Δημοκρατία, είδε μόνο μια συνταγή εκλογικής επιτυχίας και προσπάθησε να τη μιμηθεί ατυχέστατα. Το αποτέλεσμα της μίμησης ήταν η «παρένθεση» Μητσοτάκη, που ξανάφερε στην εξουσία τον πολιτικά τελειωμένο το 1989 Ανδρέα. Και η τρέχουσα, ακόμα σήμερα, «παρένθεση» Καραμανλή του νεότερου, που επίσης κατόρθωσε να κάνει πολιτικά υπαρκτό τον θλιβερά ανύπαρκτο επίγονο Παπανδρέου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου