Κυριακή 2 Αυγούστου 2009

Το κόστος μιας αθέμιτης επιλογής


του Γιάννη Λούλη

Ο Αύγουστος είναι λογικά ένας μήνας όπου η πολιτική κάνει (εν μέρει έστω) και αυτή «διακοπές». Πάντως, όλοι στο χώρο της πολιτικής λαμβάνουν υπόψη τους ένα νέο δεδομένο που σφραγίζει τις εξελίξεις: Την απόφαση της ηγεσίας του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης να προκαλέσει εκλογές τον Μάρτιο μη ψηφίζοντας τον νυν Πρόεδρο της Δημοκρατίας υιοθετώντας τη θέση: «Δεν ψηφίζουμε Παπούλια. Προκαλούμε εκλογές. Και μετά ψηφίζουμε Παπούλια»!

Πάνω σε όλα αυτά έχουν ήδη τοποθετηθεί Συνταγματολόγοι. Φυσικά θα εξέπληττε εάν τελικά συμφωνούσαν. Έτσι αναφορικά με την πρόθεση του Γιώργου Παπανδρέου πάντως, διαφοροποιήθηκαν για το κατά πόσο είναι ή όχι στην ουσία της αντισυνταγματική, παρά την επιφανειακή συνταγματικότητά της. Πάντως το πιο σημαντικό ζήτημα όμως βρίσκεται στο πολιτικό σκέλος. Το οποίο είναι πολύ πιο «καθαρό».

Κατ’ αρχάς ένα κόμμα της αντιπολίτευσης μπορεί να χρησιμοποιήσει ως όχημα την εκλογή Προέδρου για να προκαλέσει εκλογές. Όμως στη συγκεκριμένη περίπτωση συμβαίνει κάτι πρωτόγνωρο: Το κόμμα που αρνείται να ψηφίσει τον παρόντα Πρόεδρο για να πετύχει τον εκλογικό του στόχο, δηλώνει ταυτόχρονα πως μετά τις εκλογές θα τον ψηφίσει! Συνιστά αυτό ή όχι ευτελισμό της όλης διαδικασίας; Επίσης η ίδια απόφαση δεν κακομεταχειρίζεται μια προσωπικότητα, που εκπροσωπεί ένα θεσμό βαρύνουσας σημασίας, με τον εξωφρενικό ισχυρισμό: «Πρώτα αρνούμαι να σε ψηφίσω, αλλά αφού πετύχω εκείνο που θέλω, τότε σε ψηφίζω»!

Οι σχεδιαστές της κίνησης θα ισχυρισθούν ότι λειτουργούν απλώς «ρεαλιστικά», έστω και επιστρατεύοντας μια πρωτόγνωρη μεθόδευση. Όμως είναι ακριβώς η συγκεκριμένη μεθόδευση που καθιστά την κίνηση όχι απλώς ωμά κυνική, αλλά κυρίως εκτός των στοιχειωδώς αποδεκτών πολιτικών ορίων του πολιτικού ανταγωνισμού.

Το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης επιλέγει την άκρως ανορθόδοξη αυτή προσέγγιση προφανώς, διότι δεν τολμά, με δεδομένη τη δημοτικότητα του Προέδρου, να επιλέξει μια καθαρότερη λύση. Έτσι επελέγη μια υποτιθέμενη στήριξη του Προέδρου της Δημοκρατίας αφού πρώτα αυτή υποτάχθηκε πλήρως στη προτεραιότητα της πρόκλησης εκλογών που λειτουργεί ως οδοστρωτήρας. Ο οδοστρωτήρας αυτός ισοπεδώνει τα πάντα: Όχι μόνο αρχές, αλλά και στοιχειωδώς αποδεκτούς κανόνες συμπεριφοράς που πλέον φαντάζουν ως έσχατη πολυτέλεια. Αποτέλεσμα: το καθαρό μήνυμα που εισπράττει η κοινή γνώμη είναι πως στο χώρο της πολιτικής «όλα επιτρέπονται». Και όλα μπορούν να ευτελισθούν.

Ταυτόχρονα, με τη δαμόκλειο σπάθη των εκλογών του Μαρτίου, η χώρα μπαίνει ουσιαστικά σε μια μακρά προεκλογική περίοδο, σε εποχές όπου η οικονομία απαιτεί δύσκολες και απαραίτητες αποφάσεις. Σε παρόμοιες κρίσιμες συγκυρίες το ζητούμενο έπρεπε να είναι ο ανταγωνισμός υπευθυνότητας. Αντ’ αυτού επιλέγονται μεθοδεύσεις που ούτε τους θεσμούς ισχυροποιούν, ούτε την αξιοπιστία του χώρου της πολιτικής ενισχύουν, ούτε συνάδουν με τις προκλήσεις της συγκυρίας.

Βεβαίως, όπως λέχθηκε ήδη, κάθε κόμμα της αντιπολίτευσης έχει, τυπικά, την ευχέρεια, μέσω της Προεδρικής εκλογής, να προκαλέσει εθνικές εκλογές. Στη συγκεκριμένη περίπτωση όμως, ένας θεμιτός στόχος προωθείται με όχι θεμιτά μέσα. Και εδώ ακριβώς εντοπίζεται το σοβαρό ολίσθημα της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ.

Το ότι το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης θα έχει κάποιο κόστος από την άκριτη αυτή κίνηση είναι επίσης δεδομένο, αλλά και μάλλον δευτερεύον. Φυσικά η έκταση του κόστους αυτού, είναι άγνωστη μέχρι η κίνηση να ολοκληρωθεί στη πράξη και να τη «νιώσει» η κοινή γνώμη σε όλη την έκτασή της, όχι θεωρητικά, αλλά ως ξεδιπλούμενη στρατηγική. Βήμα προς βήμα.

Πάντως, στο τέλος της ημέρας, ένα πράγμα είναι σίγουρο: Αυτή η διολίσθηση σε μη θεμιτά μέσα, θα αφήσει βαθιά τραύματα στο πολιτικό σύστημα. Και μάλιστα σε ένα σύστημα που, εδώ και χρόνια, δε σφύζει από υγεία.

Δεν υπάρχουν σχόλια: