Δευτέρα 3 Αυγούστου 2009

Τέχνη και κριτική


του Θύμιου Παπανικολάου

Είναι ουτοπία να ζητάμε σήμερα από μια διανόηση αποκομμένη από τους σπασμούς και τους σπαραγμούς της κοινωνικής ζωής, πλήρως ενσωματωμένη στο σύστημα και επιδοτούμενη (στην πλειονότητά της) από τις οικονομικές ελίτ εξουσίας, το κράτος και τους μηχανισμούς τους, να παράγει Τέχνη και Κριτική.

Αυτή η διανόηση έχει μεταλλαχτεί σε ιδεολογικό ροπαλοφόρο, συνακόλουθα και «καλλιτεχνικό ροπαλοφόρο των μηχανισμών προπαγάνδας της οικονομικής εξουσίας. Έχει μεταλλαχτεί σε καταστροφέας της Τέχνης, της Κριτικής και της σκέψης γενικότερα. Ελάχιστες είναι οι εξαιρέσεις που αγωνίζονται «κόντρα στο ρεύμα» και αυτές αφανίζονται από τους μηχανισμούς της προπαγάνδας και της κατήχησης (ΜΜΕ).

Όπως έχουν αφανιστεί τόσοι και τόσοι καλλιτέχνες αγωνιστές που παρήγαγαν έργο βελονιασμένοι από τους κοινωνικούς σεισμούς της εποχής τους και συμμετέχοντας ενεργά σε αυτούς.

Σήμερα ζούμε τη γενική νεοταξική έφοδο εναντίον και των ιστορικών οροσήμων της καλλιτεχνικής δημιουργίας.
Σήμερα επιχειρείται η απαξίωση, η πολτοποίηση και η «καρατόμηση» των γιγάντων του πνεύματος και της Τέχνης. Πρέπει να δυσφημιστεί και να αφανιστεί η Τέχνη που έχει ποτιστεί με τους χυμούς της ιστορίας και της κοινωνίας, ακριβώς γιατί αυτή η Τέχνη εμπνέει, πυροδοτεί, διατηρεί το συλλογικό είναι και προτρέπει σε νέους αγώνες.

Βεβαίως δεν καταλήξαμε στο σημερινό εφιάλτη ξαφνικά. Το ξέφτισμα της Τέχνης και η καταστροφή των ορίων της έχει αρχίσει από πολύ παλιά και είχε αναλυθεί από πολλούς θεωρητικούς και πραγματικά σοβαρούς κριτικούς.

Γράφει, π.χ. ο Βάσος Βαρίκας:

« Έτσι ήρθε με τη σειρά της η κριτική να ενισχύσει τη γενική σύγχυση. Προσφέρει κι αυτή τη βοήθειά της στη διάλυση των ορίων της τέχνης, στη σμίκρυνση και τον ξεπεσμό της έννοιας του ποιητή. Η έννοια αυτή στις μέρες μας γυμνώθηκε από κάθε περιεχόμενο. Σύρθηκε στους δρόμους, μεταβλήθηκε σε κοσμικό τίτλο, έγινε πρόσχημα της μηδαμινότητας, κάλυμμα και δικαιολογία σε πολλούς αποτυχημένους της ζωής.
Η κριτική με την ανοχή της ενίσχυσε την κατάσταση. Αντί να ζητήσει να κρατήσει ψηλά το ιδεώδες της τέχνης, επηρεασμένη από τη μετριότητα, εξαιτίας του καθημερινού συγχρωτισμού μαζί της, τείνει να εξαφανίσει από τη μνήμη της τα πρότυπα της μεγάλης τέχνης, στένεψε και περιόρισε το οπτικό της πεδίο. Λησμόνησε τις προϋποθέσεις της δημιουργίας της, το ρόλο που έχει να παίξει και τη σημασία που έχει για μια οργανωμένη κοινωνία η τέχνη. Περιορίζοντας την έρευνα σε καθαρά τυπικά και εξωτερικά γνωρίσματα αφήνει να της διαφύγει το βασικό και ουσιώδες, η προσφορά του καλλιτέχνη στην οργάνωση της γύρω του ζωής, δηλαδή το μόνο και βασικό κριτήριο κάθε αληθινής δημιουργίας»
(«Η μεταπολεμική μας λογοτεχνία»).

Αυτό που ήταν αμυχή τότε έγινε γάγγραινα μετά. Οι μηχανισμοί της καπιταλιστικής εξουσίας και οι «νονοί» της Τέχνης μετέτρεψαν την Τέχνη σε απλό παιχνίδι λέξεων, τοποθετώντας την έξω από τα βασικά προβλήματα της εποχής μας. Έτσι το χάσμα ανάμεσα στο κοινό και τον καλλιτέχνη διευρύνθηκε δραματικά. Χάθηκε πλέον κάθε κοινωνικός έλεγχος και αυτοσεβασμός. Κάθε ένας φανταζόταν τον εαυτό του καλλιτέχνη, τα σύνορα μεταξύ του σοβαρού και του γελοίου, μεταξύ δικαιούχων και παρείσακτων καταργήθηκαν.

Η Τέχνη πλέον
αναπτύσσεται στο περιθώριο της κοινωνικής ζωής, σαν ιδιωτική υπόθεση ενός στενού κύκλου μυημένων, χωρίς η ύπαρξή της να εξασκεί την παραμικρή επίδραση στη διαμόρφωση της καθόλου ζωής. Από βασική κοινωνική λειτουργία μεταβλήθηκε σε παιχνίδι ή αντικείμενο μελέτης περιορισμένου αριθμού ανθρώπων, οι περισσότεροι από τους οποίους ήταν συρφετός αυνανιζόμενων της πλατείας Κολωνακίου…

Φυσικά υπήρχαν και αυτοί που αντιστεκόντουσαν και «ακτινοβολούσαν» όταν η κοινωνική ζωή κόχλαζε και οι λαϊκοί αγώνες ήταν στο προσκήνιο. Αυτούς, με την πάροδο του χρόνου και όταν το επέτρεψαν οι συνθήκες (η πτώση των ιδεών και των αξιών) τους αφάνισαν, τα καλλιτεχνικά «φέουδα» και οι «νονοί» τους…

Μετά την πτώση της Χούντας, έγινε καθεστώς όλος αυτός ο διασπαρμένος συρφετός που παρασιτούσε στο περιθώριο της πνευματικής και καλλιτεχνικής ζωής. Οι κομπάρσοι μεταβλήθηκαν σε πρωταγωνιστές. Όλος αυτός ο «ωραίος» κόσμος της καλλιτεχνικής και πνευματικής παρασιτίας «οργανώθηκε» σε μικρά «φέουδα», με βάση ΟΧΙ κανένα καλλιτεχνικό κριτήριο (τέτοιο κριτήριο στο περιθώριο της κοινωνίας δεν υπάρχει), αλλά με βάση τις φιλίες, τις «παρέες», τις «ιδιαιτερότητες» ή κάποιο σύμπτωμα «νεωτερισμού».

Αυτά, λοιπόν, τα «φέουδα» των υπερφυσικών μπεμπέδων, με την επιμονή ενός πάθους που οι ψυχίατροι θα το ονόμαζαν μονομανία, φαντάζονταν τον εαυτό τους πνευματικό ηγέτη, έπαιρναν όλες τις πόζες που απαιτεί ένα τέτοιο αξίωμα και δίνανε δονκιχωτικές μάχες, αυτό- υβριζόμενοι και αυτό-επαινούμενοι…

Κάθε κριτικός λειτουργούσε «δολοφονικά» και σύμφωνα με τον κύκλο του, τις «φιλίες» του ή τις «ιδιαιτερότητές» του. Αν άλλαζε ο «κύκλος», οι «φιλίες» του και ο «νταβάς» του (ΜΜΕ) άλλαζε και κριτικές απόψεις. Υμνούσε εκεί που έφτυνε και το αντίστροφο. Τέτοιος ξεπεσμός!!!

Αν εξετάσει κανείς αυτούς τους «σοβαρούς» κριτικούς θα διαπιστώσει την τραγικότητα της κατάστασης: Ασπόνδυλα όντα που αλλάζανε απόψεις ανάλογα με τις «φιλίες» της στιγμής και τα γούστα των «νταβάδων», υπερφυσικοί μπεμπέδες, που σε πείσμα της ηλικίας τους, παίζανε τις κούκλες και είχαν την απαίτηση να προβάλλονται ως «σοβαροί», υποτιμώντας τη νοημοσύνη μας…

Προϊόν αυτής της παρακμής και χυδαιότητας είναι ο σημερινός εφιάλτης της ολοκληρωτικής ισοπέδωσης της Τέχνης, κάθε κοινωνικού και ιστορικού κριτηρίου, της Σκέψης…

Σήμερα, όλος αυτός ο κόσμος αποτελεί του έμμισθους γενίτσαρους των «νταβάδων». Εκτελούν «δολοφονικά» τις εντολές τους και ό,τι ξεφεύγει από τα όρια που ορίζουν τα μεγάλα αφεντικά…

Δεν υπάρχουν σχόλια: