Tου Αθανασιου Ελλις
Σημαντικοί σύμμαχοι και εταίροι ζητούν από την Ελλάδα να μη θέσει εμπόδια στην ενταξιακή διαδικασία της Τουρκίας κατά τη σύνοδο κορυφής της Ε. Ε. την επόμενη εβδομάδα. Και αυτό, παρά την εμμονή της Αγκυρας να μην αναγνωρίζει την Κυπριακή Δημοκρατία, ένα κράτος-μέλος της Ε. Ε., και να μην ανοίγει τα λιμάνια και αεροδρόμιά της στα κυπριακά πλοία και αεροπλάνα, κάτι που είναι υποχρεωμένη να πράξει στο πλαίσιο της Τελωνειακής Ενωσης με την Ε.Ε.
Με αφορμή τις «παροτρύνσεις» αυτές, είναι χρήσιμο να επισημάνει κανείς τόσο στις χώρες από τις οποίες προέρχονται όσο και στην πολιτική ηγεσία και την κοινή γνώμη της γειτονικής χώρας, ότι η Ελλάδα είναι ίσως η μόνη χώρα που ειλικρινά επιθυμεί μια ευρωπαϊκή Τουρκία. Εχει στρατηγικό συμφέρον να υποστηρίξει την προσέγγιση και, τελικά, την πλήρη ένταξη της Τουρκίας στην Ε. Ε. Σε αντίθεση με άλλα ευρωπαϊκά κράτη τα οποία για δικούς τους λόγους δεν μπορούν να διανοηθούν την Τουρκία ως μέρος της ενωμένης Ευρώπης, η Ελλάδα προτιμά να συνορεύει με μια Τουρκία η οποία θα ανήκει στην ευρωπαϊκή οικογένεια, δεν θα προκαλεί και δεν θα την επειλεί. Δεν πρόκειται για κάποιο παροδικό επικοινωνιακό τρικ. Εχει η ίδια να κερδίσει από αυτήν την προοπτική. Γι’ αυτό, άλλωστε, τη θέση αυτή υιοθέτησαν όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις των τελευταίων ετών, τόσο του Κώστα Σημίτη και του Κώστα Καραμανλή όσο και η σημερινή.
Η απόφαση των κυβερνήσεων αυτών αρχικά να στηρίξουν την Τελωνειακή Ενωση με την Τουρκία, στη συνέχεια να συναινέσουν στην απόδοση στη γείτονα καθεστώτος υποψήφιας χώρας και τελικά να συμφωνήσουν με την έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων, αποτελεί ξεκάθαρη επιβεβαίωση της διακομματικής συνέπειας και της διαχρονικής συνέχειας που διέπει τη στάση της Ελλάδας στο συγκεκριμένο θέμα.
Ειδικότερα μάλιστα ο σημερινός πρωθυπουργός, Γιώργος Παπανδρέου, στην πορεία της πολιτικής του σταδιοδρομίας έχει αποδείξει το ειλικρινές ενδιαφέρον του για την ομαλοποίηση των ελληνοτουρκικών σχέσεων και αυτό το γνωρίζουν οι πολιτικοί ηγέτες και ο λαός της γειτονικής χώρας. Υπό αυτό το πρίσμα, δεν εξέπληξε η απόφασή του να επισκεφθεί την Κωνσταντινούπολη και να συναντηθεί με τον Ταγίπ Ερντογάν τρεις μόλις ημέρες μετά την ορκωμοσία του ως πρωθυπουργός.
Είναι βέβαιο, λοιπόν, ότι ο κ. Παπανδρέου επιθυμεί ειλικρινά να ανταποκριθεί θετικά στην «επίθεση φιλίας» του κ. Ερντογάν, υπό την προϋπόθεση φυσικά ότι αυτή δεν είναι μια απόπειρα εντυπωσιασμού που αποσκοπεί στην αμφισβήτηση κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας. Ο Ελληνας πρωθυπουργός έχει κάθε λόγο να καλωσορίσει μια επίσκεψη του Τούρκου ομολόγου του στην Αθήνα στο εγγύς μέλλον, όπως φέρεται να έχει προτείνει ο τελευταίος, υπό την αυτονόητη προϋπόθεση ότι αυτή θα είναι καλά προετοιμασμένη και με προσεκτικά συμφωνημένη ατζέντα ώστε να αποφέρει αποτελέσματα. Είναι σαφές ότι θα ήταν μάλλον άτοπο να είχε πραγματοποιηθεί μια τέτοια επίσκεψη πριν από τη σύνοδο κορυφής της Ε. Ε. στις 10 και 11 Δεκεμβρίου, καθώς θα μπορούσε να εκληφθεί ως απόπειρα δημιουργίας μιας προς στιγμήν θετικής εικόνας για την Τουρκία λίγο πριν από την αξιολόγησή της, και όχι ως μια ειλικρινής προσπάθεια για τη βελτίωση των διμερών σχέσεων.
Με την κατάλληλη προεργασία μια επίσημη επίσκεψη του κ. Ερντογάν στην Αθήνα στις αρχές του επόμενου έτους θα μπορούσε να συμβάλει καταλυτικά και στις διαπραγματεύσεις για το Κυπριακό, οι οποίες εκείνη την περίοδο θα βρίσκονται σε κρίσιμη καμπή και η εξέλιξή τους θα επηρεάσει τη στάση της Αθήνας, όπως φυσικά και της Λευκωσίας, σε σχέση με τη συνέχιση της πορείας ένταξης της Τουρκίας στην Ε.Ε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου