Η ελληνική αγορά υποφέρει από έλλειψη ρευστότητας και οι επιχειρήσεις από αδυναμία δανεισμού από τις τράπεζες, επομένως όταν δεν κινείται χρήμα στην ελληνική αγορά οι επενδύσεις όσο και καλές προθέσεις να έχουν είναι αδύνατο να τελεσφορήσουν. Άλλωστε είναι αποδεδειγμένο διεθνώς ότι σε χώρες με αδύναμη ή ασταθή οικονομία οι ξένες επενδύσεις σημειώνουν πτωτική τάση ή ακόμη χειρότερα δε βρίσκουν πρόσφορο έδαφος για να υλοποιηθούν. Αυτό ακριβώς το «άγονο» επενδυτικό έδαφος είναι που αποτυπώνει και η 109η θέση στην παγκόσμια κατάταξη επιχειρηματικότητας. Το αποτέλεσμα είναι η μείωση των...
άμεσων ξένων επενδύσεων στην Ελλάδα, ενώ όσες γίνονται δεν αποτελούν παραγωγικές επενδύσεις, αλλά κυρίως αυξήσεις κεφαλαίων.
Οι ξένοι προτιμούν τη χώρα μας για επενδύσεις σε χρεόγραφα και μετοχές, αλλά όχι για επενδύσεις, που ενισχύουν την παραγωγική βάση και την απασχόληση ενώ ακόμη και όταν διαθέτουν τέτοια κεφάλαια δεν είναι για δημιουργία νέων επιχειρήσεων αλλά για εξαγορά υφιστάμενων εγχώριων μονάδων. Όπως επισημαίνεται σε πρόσφατο Οικονομικό Δελτίο της Alpha Bank αυτό οδηγεί σε επιδείνωση της αρνητικής επενδυτικής θέσης της χώρας, αφού διογκώνεται συνεχώς το χρέος των νοικοκυριών, των επιχειρήσεων και του κράτους σε ξένους και καταλήγει σε αδιέξοδο και σε σημαντική διατάραξη της μακροοικονομικής ισορροπίας και της αναπτυξιακής δυναμικής.
Όπως αποκάλυψε σε συνέντευξή της την άνοιξη του 2010, η Υπουργός Οικονομίας Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας Λούκα Κατσέλη, σήμερα βρίσκονται στον «πάγο» 25 μεγάλες επενδυτικές προτάσεις, ύψους 20 δισ. Ευρώ, λόγω της γραφειοκρατίας. Το ίδιο υποστήριξε και ο κ. Στουρνάρας, Γενικός Διευθυντής του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), αναφέροντας ότι στα συρτάρια των υπουργείων παραμένουν «αιτήσεις για επενδύσεις πάνω από 50 δισεκατομμύρια ευρώ, λόγω των πολύ υψηλών περιβαλλοντικών κριτηρίων, που εξακολουθούν – εν μέσω κρίσης – να ισχύουν στη χώρα μας. Επιπλέον, κανείς δεν παίρνει την ευθύνη να συντονίσει τις συναρμοδιότητες των υπουργείων, ώστε να προχωρήσουν όλα αυτά.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα «σκονισμένης» επένδυσης αποτελεί η πρόσφατη έγκριση επένδυσης της εταιρίας Renivest. Η επένδυση της ελβετικής εταιρείας Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας Renivest, συνολικού προϋπολογισμού 900 εκατ. ευρώ εγκρίθηκε τέσσερα χρόνια μετά τη σχεδίαση του έργου το 2006. Η εταιρία στόχο έχει να ξεκινήσει στη Φλώρινα και να επεκταθεί σε άλλα μέρη της Ελλάδας με στόχο 70 περίπου εγκαταστάσεις που θα ολοκληρωθούν σε 5 χρόνια, δημιουργώντας 250 μόνιμες θέσεις στη φάση λειτουργίας τους. Η Reninvest είναι μία από τις 25 εταιρίες που αντιμετώπισαν γραφειοκρατικά προβλήματα, μία εκ των «ηρώων» επενδυτών, στους οποίους είχε αναφερθεί η υπουργός οικονομίας Λ. Κατσέλη.
Η γραφειοκρατία είναι ίσως το μεγαλύτερο αγκάθι στις ξένες επενδύσεις, ακολουθούμενες από τις -κατά περίπτωση- αναγκαίες τροπολογίες και μεταρρυθμίσεις που είναι τόσο χρονοβόρες που απομακρύνουν ακόμη και τον πιο «θερμό» επενδυτή, ανεξαρτήτου τομέα δραστηριότητας.
Είναι δεδομένο ότι η επιχειρηματική δραστηριότητα και οι άμεσες ξένες επενδύσεις σε μια χώρα συνδέονται και επηρεάζονται άμεσα από το βαθμό των γραφειοκρατικών εμποδίων, τα οποία μπορούν να επιφέρουν σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στις οικονομίες των χωρών, πόσο μάλλον μέσα σε ένα ιδιαίτερα αρνητικό οικονομικό περιβάλλον όπως το σημερινό στην Ελλάδα. Τα τελευταία στοιχεία είναι απογοητευτικά. Το 2010 οι συνολικές άμεσες ξένες επενδύσεις στην Ελλάδα ανήλθαν σε 31,2 δισ. ευρώ, όταν το 2008 ήταν στα 36 δισ. ευρώ. Το 2009, η εισροή άμεσων ξένων επενδύσεων μειώθηκαν σε 2,4 δισ. ευρώ από 3,1 δισ. ευρώ το 2008. Από αυτά (2,4 δισ.) το σημαντικότερο μέρος αφορούσε την αύξηση της συμμετοχής της Credit Agricole στην Εμπορική Τράπεζα και της Deutsche Telecom στον ΟΤΕ. Την ίδια χρονιά, ελληνικά επιχειρηματικά κεφάλαια 1,3 δισ. ευρώ εγκατέλειψαν τη χώρα.
Ας ελπίσουμε ότι και η Κίνα δε θα αποφασίσει ξαφνικά ότι ένα άλλο λιμάνι της Ευρώπης μπορεί να αποτελέσει καλύτερο κόμβο μεταφοράς των προϊόντων της και εγκαταλείψει και αυτή την Ελλάδα.
Poor Journalisto
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου