Του Βασίλη Τριανταφυλλίδη
Εδώ που φτάσαμε δε μένει παρά ν’ ακούμε
τον υποχείριο…
Εκείνη τη φευγαλέα σκιά
πίσω απ’ το παντζούρι της απελπισίας.
Εκείνη τη νεκρή φλόγα που καραδοκεί
και αυτοπυρπολείται.
Οξύμωρο σχήμα έπαρσης
στο μαυροπίνακα της ματαιοδοξίας
στο χαμένο οίστρο των υποκριτών
στα μακρόσυρτα τηλεοπτικά βράδια
των αδεξιοδιστών
και των αδεξίων ομιλητών.
Εδώ που φτάσαμε δε μένει παρά ν’ ακούμε
τον υποχείριο …
Να ωρύεται αφρίζων και να κραυγάζει
ως ο κήρυκας της «ύστατης ώρας»
ως κριτής πράξεων ακρίτων
ως βεβαρυμένο παρελθόν
πεπλανημένων νεανίσκων
που αρνούνται τη φυγή των αγρών
και υποκύπτουν στη σιωπή των δενδροστοιχιών
και των βλεμμάτων.
Και είναι που εκείνο το φτερούγισμα
του πυρπολημένου πουλιού
ούτε που ακούστηκε
μέσα στο θρίαμβο των εκρήξεων
μέσα στην υπόκωφη ροή της φωτιάς
μέσα στον πάταγο της ελαφρότητας
και της αυτοεπιβεβαίωσης.
Κι ούτε πάλι είναι που έλειψε
ο λόγος της ευγνωμοσύνης
και της κατανόησης.
Πιο πολύ εκείνη η αμετροέπεια είναι
που δε λογάριασε
ούτε τα πρησμένα από την αϋπνία μάτια
ούτε το στόμα που φτύνει κατράμι και στάχτη.
Είναι που δεν ακούστηκαν
υπό τα άσματα των φωνασκούντων
οι εκκλήσεις των ανθρώπων
και των αμνών οι οιμωγές
όταν τους έζωνε η φωτιά
όταν τους περικύκλωνε
η αβάσταχτη περιφρόνηση.
Προδιαγεγραμμένο το εγχείρημα των εμπρηστών
προδιαγεγραμμένη και υπόδουλη έκφραση
που εξαργυρώνεται αποδοχή και επιβεβαίωση
στο υπαρκτό περιθώριο των ανυπάρκτων
στο σκοτεινό λαβύρινθο της εξουσίας
που τίποτα δεν εξουσιάζει
πέρα από το μάταιο και το ανικανοποίητο.
Εδώ που φτάσαμε δε μένει παρά ν’ ακούμε
τον υποχείριο …
Έτσι που το τραπέζι του μυστικού δείπνου
ρέει και σχηματοποιείται σε βιτρίνα ταχυφαγείου
σε τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών,
χαμένοι είναι και οι προδότες και οι προδομένοι
χαμένοι και οι θεατές των ιπποδρόμων.
Στη θέση τους στρογγυλοκάθισαν οι μονομάχοι
και οι έμποροι των ιδεών
που μας καθοδηγούν και μας εντυπωσιάζουν.
Τη θέση του ρήτορα στο βήμα
κατέλαβε ο ιεροεξεταστής
και στα άδυτα των αδύτων εμφωλεύει η άρνηση
και ο άκριτος λόγος.
Δεν έχει άλλα όπλα η άγνοια
η μετριότητα δε γνωρίζει την έννοια του μέτρου
δε γνωρίζει την ουσία της συμπόνιας
αγνοεί τη μετρική του διαλόγου
τη δικαιοσύνη του λόγου
σύρεται περίλαμπρος και αυτάρκης
στα γλοιώδη δάπεδα
της προκατασκευασμένης «καριέρας»
ακροβατεί στο τεντωμένο συρματόσχοινο του χάους
με «κόλπα» περίοπτα
και φιγούρες προς εντυπωσιασμό
των εντυπωσιασμένων.
Υποτάσσεται
τοποθετείται «αμπαλαρισμένη» σε τακτοποιημένα μυαλά
σε πειθαρχημένες συμπεριφορές
σε μη αποκλίνουσες επαναστάσεις.
Σας ακούσαμε, υποχείριε,
επί τω αποστηθισμένω λόγω
σας είδαμε κάθιδρο και περίτρομο
ίνα μη δυσαρεστηθεί ο ύπαρχος
και στερηθείτε του περισσεύματος της φιλανθρωπίας του.
Σας είδαμε
Απελπισμένο και μετέωρο
ίνα μη παύσει η εύνοια του ευπάτορος
Η πατρική καθοδήγηση των συνωμοτών
και των καθυποταγμένων…
Ίνα μη παρερμηνευθεί
ο διά της αναιδείας και κραυγής
όρκος πίστεως που καταθέσατε…
Κραυγάζοντα
Ίνα μη εκληφθεί η κραυγή σας ως «λόγος»
και συνειρμικά οδηγηθείτε σε χωματόδρομους ονείρων
σε ουράνιους μπαξέδες με χρυσάνθεμα
σε γιορτές με καπέλα μαθητικά
επαίνους διδασκάλων
και δακρυσμένα μάτια.
Από την ποιητική συλλογή "ΣΚΟΝΙΣΜΕΝΗ ΑΚΤΗ" ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου