Τρίτη 4 Οκτωβρίου 2011

Τη ζώη μας πίσω

Του Πέτρου Αργυρίου 

Στην Αίγυπτο φωνάξαν: Θέλουμε τη ζωή μας πίσω.
Στην Συρία φωνάξαν: Θέλουμε τη ζωή μας πίσω
Στην Αθήνα φωνάξαν: Θέλουμε τη ζωή μας πίσω.
Στο Λονδίνο φωνάξαν: Θέλουμε τη ζωή μας πίσω.
Στη Νέα Υόρκη, έξω  από το δρόμο των τοίχων, των τοίχων της ντροπής, τη Wall Street, φωνάξαν: τα λεφτά σας ή τη ζωή μας
Στην Αργεντίνα  πήραν τη ζωή τους πίσω
Στην Ισλανδία, χώρα των πάγων, σπάσαν τους πάγους και  τα τείχη: Πήραν τη ζωή τους πίσω
Στον Ισημερινό, το Equador, η ισότητα επανήλθε...

Τη ζωή μας πίσω
Από ένα μικρό  αεράκι φουντώνει η θάλασσα.
Το κύμα σπάει  τον κυματοθραύστη
Θέλει τη ζωή του  πίσω 
Από ένα μικρό  ποίημα, θεριεύει η έρμη η ψυχή: Θέλει  τη ζωή της πίσω
Μας δώσατε αυτοκίνητα για να ατροφήσει το σώμα.
Κινητά για να είμαστε για πρώτη φορά τόσο κοντά και ακόμη πιο μακριά.
Αχρείαστο φαί για  να πεθαίνουμε χορτάτοι από παχύσαρκη  ασιτία.
Μας φιλοδωρήσατε για  να κλέψατε τα πάντα
Η βουή. Ο κρότος. Το σούρσιμο. Το βήμα προς την ελευθερία:
Θέλουμε τη ζωή μας  πίσω
Οι ψιλοκουβέντες, ο ψίθυρος, η σύσσωμη και ολόψυχη κραυγή:
Θέλουμε τη ζωή μας  πίσω
Τι καμώνεστε πως  δεν ακούτε τη βροντή;
Σάμπως αυτοί που  ζούνε στα ψηλά, άλλα ουράνια έχουν  για σκέπη;  
Τι αλληθωράτε με το βλέμμα καρφωμένο στους έρημους τόπους της πλεκτάνης σας;
Κούφια η ψυχή σας, κούφια και η σπορά σας. Ανεμογκάστρια τα μεγαλόπνοα σας.
Αλλά τ’ αγέρι  θα φυσήξει. Πρώτα απαλά. Σαν χάδι έτοιμο να αποσυρθεί όταν αγγίζει  αυτό που υβρίζει τη στοργή. Σαν  φύσημα που θέλει να μάθει στο χνούδι που πρωτοανατριχιάζει πως είναι να πετάς στους καθάριους ανέμους.
Ε, σιδηρά, για ποιον  σφυρηλατείς τα όπλα τα λολά;
Ε, αλογά, σε ποιανού  τα άρμα έζεψες τα ζα;
Γεια σου βρε  ψαρά, μα σε ποιανού τραπέζι θα αφήσεις  τη δική σου τη ψαριά;
Ε, αλευρά, για ποιον  νοθεύεις τα ψωμιά;
Ε αγροτιά, γέμισε ο  τόπος με πικρή σοδειά.
Ε εργατιά, τι χτυπάς την κάρτα σε αυτούς που σου  κλέψαν τη δουλειά;
Τώρα, με τα βλέμματα αδειανά, θωρούμε αυτό που μας κρύβαν από παλιά.
Στην έλλειψη φωτός  που παραδόξως γιγαντώνει τη σκιά. Με βήματα έντρομα μικρά, μες στην ασήκωτη σκλαβιά, θα τη ρημάξουμε τη δόλια την προβιά.
Ε αφεντικά, σκατά  τα κάνατε ξανά.
Και τα μελλούμενα και  τα σκοπούμενα, τα πάντα τα κακώς  νοούμενα τα βάλατε σε αεριωθούμενα, τις αρετές μας κάνατε πρόστυχα υπονοούμενα.
Ψιτ, γραβατωμένα  ανδρείκελα. Εσείς που γκρεμίζετε βωμούς για να μοιάζετε με θεούς. 
Εσείς που γελάσατε την κάθε αντιξοότητα. Ρίξτε μια  ματιά ξανά.
Γιατί όσα και  αν κλέψατε με αμείλικτη μικρότητα.
Όσο και αν εξυμνήσατε την κάθε ποταπότητα
Ρίξτε μια ματιά  ξανά…
Δεν είσασταν, δεν  είστε και δεν θα γίνετε ποτέ:
«Εμείς»
Η ανθρωπότητα.
Αν είμαι γάιδαρος λοιπόν, με καμτσικιές που πρέπει τους τόνος σου σκατά να καβαλήσω.
Τιμώ σου κάνω που ξανά και πάλι θα γκαρίσω.
Να τρέμουν τα αυτάκια σου όταν θα ακούσεις φωναχτά:

Θέλω τη ζωή μου  πίσω

Δεν υπάρχουν σχόλια: