Γράφει ο Φαήλος Κρανιδιώτης
Τα κόμματα δεν γίνονται από τσαντίλα ή πίκα. Δεν γίνονται μονοθεματικά, επειδή απλά διαφωνείς σ’ ένα μεγάλο ζήτημα, π.χ. το Μνημόνιο. Ούτε αρκεί η αγανάκτηση του κόσμου για κάποιο πρόβλημα. Οι εισπράξεις που κάνεις μόνο λόγω του θυμού των πολιτών είναι ανεμομαζώματα. Και ξέρετε τι λέει ο λαός γι’ αυτά.
Δεν μπορείς να στηρίξεις τη δημιουργία και την εξέλιξη ενός πολιτικού οργανισμού, χωρίς....
ιδεολογία, χωρίς ρίζες στην Ιστορία και στη λαϊκή συνείδηση. Χωρίς σχέδιο, σοβαρότητα και κυρίως χωρίς ταυτότητα.
Ποτέ δεν έχω γράψει με ειρωνείες και επιθετικούς χαρακτηρισμούς για τους Ανεξάρτητους Ελληνες, παρότι συχνά συμπεριφορές ορισμένων δίνουν λαβές για να γραφτεί από δράμα έως επιθεώρηση. Ανάμεσά τους υπάρχουν και κάποιοι καλοί φίλοι. Ορισμένοι δε εξ αυτών γνωρίζουν καλά πόσο προσπάθησα εκατέρωθεν εκείνο το κρίσιμο Σαββατοκύριακο του Μεσοπρόθεσμου, με τις ταπεινές μου δυνάμεις, ώστε να αποφευχθούν η σύγκρουση και η διαγραφή.
Ο κύριος λόγος της στάσης μου είναι ότι η βάση των ΑΝ.ΕΛ. όπως και της Χρυσής Αυγής είναι κυρίως δικοί μας άνθρωποι. Τσαντισμένοι κεντρώοι, δεξιοί, που απηύδησαν από την παρακμή και τη φτωχοποίηση, που δεν δέχτηκαν την υποτιθέμενη real politik της Ν.Δ. απέναντι στο Μνημόνιο. Ανθρωποι της διπλανής πόρτας, που θέλουν δυναμικότερη στάση στο ζήτημα της λαθρομετανάστευσης και της εγκληματικότητας, στα εθνικά θέματα. Υπάρχουν στις τάξεις τους ακόμη και προερχόμενοι από το ΠΑΣΟΚ ή την Αριστερά, πατριώτες, που μπούχτισαν με την πολιτική ορθότητα του ΠΑΣΟΚ και της μηδενιστικής, λαθρολάγνας Αριστεράς. Η συντριπτική πλειονότητά τους δεν είναι εραστές της δραχμής ή του… δολαρίου ούτε ναζιστές.
Είναι απλά οργισμένοι, απελπισμένοι κι αυτό τους οδηγεί σε επιλογές που θεωρούν πιο ριζοσπαστικές. Εκδικούνται το πολιτικό σύστημα. Ούτε συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ διανοούνται οι μεν ούτε, φυσικά, οι δε έγιναν ξαφνικά λάτρεις του Αλφρεντ Ρόζεμπεργκ και μάλιστα με ποσοστά που αγγίζουν διψήφιο νούμερο. Απλά αναζητούν έκφραση κι εκφράζουν τιμωρητικά τη δυσαρέσκειά τους.
Είπα πρόσφατα σε συνέντευξη ότι ηγετικά στελέχη των ΑΝ.ΕΛ. λένε μεταξύ τους «ρε, πού μπλέξαμε» και πριν αλέκτορα φωνήσαι άρχισαν τα όργανα.
Θυμόμαστε όλοι την ιστορία με το περίφημο non paper του Πάνου προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, τα περί διεκδικούμενων υπουργείων και τις ιστορίες για αγρίους περί... πλαστογραφίας. Ηταν η πρώτη κρυάδα των ψηφοφόρων, που εδώ και καιρό παρακολουθούν και το πολιτικό φλερτ του με τον ΣΥΡΙΖΑ. Κάποιος επιπόλαιος θα έλεγε ότι θα ήταν φυσικό να συνεργαστούν οι «αντιμνημονιακές» δυνάμεις. Προσπαθώ όμως να φανταστώ π.χ. τον Ζώη, τον Μανώλη, τον Μαρκόπουλο, τον Αναγνωστάκο αλλά κυρίως τους ανώνυμους ψηφοφόρους να χειροκροτούν τη Ρένα του Ακη για τα «ανοιχτά κέντρα φιλοξενίας μεταναστών», τις χατζηαβάτικες θέσεις των συριζαίων για τα ελληνοτουρκικά, το Σκοπιανό και τον αναθεωρητισμό τους για την Ιστορία ή τις σοβιετικές αντιλήψεις τους για το Δημόσιο και την ανάπτυξη. Πιο πιθανό είναι να δω την «Κλάραμπελ» Κωνσταντοπούλου σε περιπτύξεις με τον Κασιδιάρη παρά την πλειονότητα των ψηφοφόρων και στελεχών των ΑΝ.ΕΛ. να αγκαλιάζει τον διαταραγμένο αριστερισμό της Κουμουνδούρου.
Δεν αρκεί λοιπόν το «αντιμνημόνιο» για την επιβίωση ενός κόμματος. Κι έρχεται αβίαστα το ερώτημα: Για να γίνει βουλευτής ο «Πενήντα - Πενήντα» στερήθηκε η παράταξη την αυτοδυναμία και οδηγήθηκε στην αναγκαστική σύμπραξη με το ΠΑΣΟΚ και τη ΔΗΜ.ΑΡ.; Σίγουρα υπάρχουν ένθεν κακείθεν ευθύνες για τη διάσπαση. Ομως αυτοί που έφυγαν ή «εκβίασαν» τη διαγραφή τους θα έπρεπε να κρατήσουν τις δυνάμεις της Λαϊκής Δεξιάς που επηρεάζουν μέσα στην ευρύτερη παράταξη. Να έχουν το στομάχι και την υπομονή να καταγράψουν τη διαφωνία τους αλλά να μείνουν στον φυσικό τους χώρο, να αγωνιστούν να τον μεταρρυθμίσουν στην κατεύθυνση ενός εθνικού λαϊκού κόμματος, θεματοφύλακα του πατριωτισμού, της κοινωνικής δικαιοσύνης, της ελεύθερης οικονομίας αλλά και του παρεμβατικού κράτους. Οχι να κάνουν στην μπάντα για τους νεοφιλευθέρους.
Κι εγώ διαφώνησα με πολλά κι ακόμη διαφωνώ σε κάποια μικρά ή μεγάλα. Η πολυδιάσπαση όμως δεν ωφελεί την πατρίδα και δευτερευόντως την παράταξη. Οι κορόνες του μίσους, οι τυχοδιωκτικοί ακροβατισμοί δεν αποτελούν αληθινή πολιτική. Είναι πυροτεχνήματα για τα δελτία.
Είναι λοιπόν καιρός για άνοιγμα προς τη βάση των ΑΝ.ΕΛ. και της Χρυσής Αυγής, χωρίς προσβολές ή συγκρουσιακά συνθήματα αλλά με πρακτικές πολιτικές: καταπολέμηση λαθρομετανάστευσης κι εγκληματικότητας, στιβαρή εξωτερική πολιτική, αποκατάσταση της αμυντικής μας ισχύς, όχι μόνο σε υλικό αλλά και με αξιοπρεπείς αποδοχές του προσωπικού, γερό χτύπημα της ανεργίας με άμεση εκκίνηση των μεγάλων έργων, επανελλήνιση της Παιδείας.
Στον χρόνο που κέρδισε η πατρίδα με τόσο πολιτικό και κυρίως κοινωνικό κόστος, ας ανασυγκροτήσουμε και την παράταξη, ενώνοντας πρώτα τη βάση της με την ικανοποίηση βασικών αιτημάτων των λαϊκών ανθρώπων. Αλλωστε αυτοί είναι το πραγματικό κόμμα.
Τα κόμματα δεν γίνονται από τσαντίλα ή πίκα. Δεν γίνονται μονοθεματικά, επειδή απλά διαφωνείς σ’ ένα μεγάλο ζήτημα, π.χ. το Μνημόνιο. Ούτε αρκεί η αγανάκτηση του κόσμου για κάποιο πρόβλημα. Οι εισπράξεις που κάνεις μόνο λόγω του θυμού των πολιτών είναι ανεμομαζώματα. Και ξέρετε τι λέει ο λαός γι’ αυτά.
Δεν μπορείς να στηρίξεις τη δημιουργία και την εξέλιξη ενός πολιτικού οργανισμού, χωρίς....
ιδεολογία, χωρίς ρίζες στην Ιστορία και στη λαϊκή συνείδηση. Χωρίς σχέδιο, σοβαρότητα και κυρίως χωρίς ταυτότητα.
Ποτέ δεν έχω γράψει με ειρωνείες και επιθετικούς χαρακτηρισμούς για τους Ανεξάρτητους Ελληνες, παρότι συχνά συμπεριφορές ορισμένων δίνουν λαβές για να γραφτεί από δράμα έως επιθεώρηση. Ανάμεσά τους υπάρχουν και κάποιοι καλοί φίλοι. Ορισμένοι δε εξ αυτών γνωρίζουν καλά πόσο προσπάθησα εκατέρωθεν εκείνο το κρίσιμο Σαββατοκύριακο του Μεσοπρόθεσμου, με τις ταπεινές μου δυνάμεις, ώστε να αποφευχθούν η σύγκρουση και η διαγραφή.
Ο κύριος λόγος της στάσης μου είναι ότι η βάση των ΑΝ.ΕΛ. όπως και της Χρυσής Αυγής είναι κυρίως δικοί μας άνθρωποι. Τσαντισμένοι κεντρώοι, δεξιοί, που απηύδησαν από την παρακμή και τη φτωχοποίηση, που δεν δέχτηκαν την υποτιθέμενη real politik της Ν.Δ. απέναντι στο Μνημόνιο. Ανθρωποι της διπλανής πόρτας, που θέλουν δυναμικότερη στάση στο ζήτημα της λαθρομετανάστευσης και της εγκληματικότητας, στα εθνικά θέματα. Υπάρχουν στις τάξεις τους ακόμη και προερχόμενοι από το ΠΑΣΟΚ ή την Αριστερά, πατριώτες, που μπούχτισαν με την πολιτική ορθότητα του ΠΑΣΟΚ και της μηδενιστικής, λαθρολάγνας Αριστεράς. Η συντριπτική πλειονότητά τους δεν είναι εραστές της δραχμής ή του… δολαρίου ούτε ναζιστές.
Είναι απλά οργισμένοι, απελπισμένοι κι αυτό τους οδηγεί σε επιλογές που θεωρούν πιο ριζοσπαστικές. Εκδικούνται το πολιτικό σύστημα. Ούτε συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ διανοούνται οι μεν ούτε, φυσικά, οι δε έγιναν ξαφνικά λάτρεις του Αλφρεντ Ρόζεμπεργκ και μάλιστα με ποσοστά που αγγίζουν διψήφιο νούμερο. Απλά αναζητούν έκφραση κι εκφράζουν τιμωρητικά τη δυσαρέσκειά τους.
Είπα πρόσφατα σε συνέντευξη ότι ηγετικά στελέχη των ΑΝ.ΕΛ. λένε μεταξύ τους «ρε, πού μπλέξαμε» και πριν αλέκτορα φωνήσαι άρχισαν τα όργανα.
Θυμόμαστε όλοι την ιστορία με το περίφημο non paper του Πάνου προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, τα περί διεκδικούμενων υπουργείων και τις ιστορίες για αγρίους περί... πλαστογραφίας. Ηταν η πρώτη κρυάδα των ψηφοφόρων, που εδώ και καιρό παρακολουθούν και το πολιτικό φλερτ του με τον ΣΥΡΙΖΑ. Κάποιος επιπόλαιος θα έλεγε ότι θα ήταν φυσικό να συνεργαστούν οι «αντιμνημονιακές» δυνάμεις. Προσπαθώ όμως να φανταστώ π.χ. τον Ζώη, τον Μανώλη, τον Μαρκόπουλο, τον Αναγνωστάκο αλλά κυρίως τους ανώνυμους ψηφοφόρους να χειροκροτούν τη Ρένα του Ακη για τα «ανοιχτά κέντρα φιλοξενίας μεταναστών», τις χατζηαβάτικες θέσεις των συριζαίων για τα ελληνοτουρκικά, το Σκοπιανό και τον αναθεωρητισμό τους για την Ιστορία ή τις σοβιετικές αντιλήψεις τους για το Δημόσιο και την ανάπτυξη. Πιο πιθανό είναι να δω την «Κλάραμπελ» Κωνσταντοπούλου σε περιπτύξεις με τον Κασιδιάρη παρά την πλειονότητα των ψηφοφόρων και στελεχών των ΑΝ.ΕΛ. να αγκαλιάζει τον διαταραγμένο αριστερισμό της Κουμουνδούρου.
Δεν αρκεί λοιπόν το «αντιμνημόνιο» για την επιβίωση ενός κόμματος. Κι έρχεται αβίαστα το ερώτημα: Για να γίνει βουλευτής ο «Πενήντα - Πενήντα» στερήθηκε η παράταξη την αυτοδυναμία και οδηγήθηκε στην αναγκαστική σύμπραξη με το ΠΑΣΟΚ και τη ΔΗΜ.ΑΡ.; Σίγουρα υπάρχουν ένθεν κακείθεν ευθύνες για τη διάσπαση. Ομως αυτοί που έφυγαν ή «εκβίασαν» τη διαγραφή τους θα έπρεπε να κρατήσουν τις δυνάμεις της Λαϊκής Δεξιάς που επηρεάζουν μέσα στην ευρύτερη παράταξη. Να έχουν το στομάχι και την υπομονή να καταγράψουν τη διαφωνία τους αλλά να μείνουν στον φυσικό τους χώρο, να αγωνιστούν να τον μεταρρυθμίσουν στην κατεύθυνση ενός εθνικού λαϊκού κόμματος, θεματοφύλακα του πατριωτισμού, της κοινωνικής δικαιοσύνης, της ελεύθερης οικονομίας αλλά και του παρεμβατικού κράτους. Οχι να κάνουν στην μπάντα για τους νεοφιλευθέρους.
Κι εγώ διαφώνησα με πολλά κι ακόμη διαφωνώ σε κάποια μικρά ή μεγάλα. Η πολυδιάσπαση όμως δεν ωφελεί την πατρίδα και δευτερευόντως την παράταξη. Οι κορόνες του μίσους, οι τυχοδιωκτικοί ακροβατισμοί δεν αποτελούν αληθινή πολιτική. Είναι πυροτεχνήματα για τα δελτία.
Είναι λοιπόν καιρός για άνοιγμα προς τη βάση των ΑΝ.ΕΛ. και της Χρυσής Αυγής, χωρίς προσβολές ή συγκρουσιακά συνθήματα αλλά με πρακτικές πολιτικές: καταπολέμηση λαθρομετανάστευσης κι εγκληματικότητας, στιβαρή εξωτερική πολιτική, αποκατάσταση της αμυντικής μας ισχύς, όχι μόνο σε υλικό αλλά και με αξιοπρεπείς αποδοχές του προσωπικού, γερό χτύπημα της ανεργίας με άμεση εκκίνηση των μεγάλων έργων, επανελλήνιση της Παιδείας.
Στον χρόνο που κέρδισε η πατρίδα με τόσο πολιτικό και κυρίως κοινωνικό κόστος, ας ανασυγκροτήσουμε και την παράταξη, ενώνοντας πρώτα τη βάση της με την ικανοποίηση βασικών αιτημάτων των λαϊκών ανθρώπων. Αλλωστε αυτοί είναι το πραγματικό κόμμα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου