Έως τον περασμένο Ιούνιο, το κυβερνητικό σκάφος ήταν αγκυροβολημένο. Στο λιμάνι της ήσσονος προσπάθειας, των ανόητων «σκανδάλων», των «κατεψυγμένων» στελεχών της περασμένης δεκαετίας. Συγχρόνως ήταν και το λιμάνι του lifestyle, των wannabes, του νέου χρήματος, κάτι σαν την Ψαρού της Μυκόνου. Ενίοτε δε, όταν οι καταστάσεις έσφιγγαν, ήταν και το λιμάνι της λησμονιάς. Ποιος θυμάται τα δεκάδες κυβερνητικά στελέχη που εξαναγκάστηκαν σε παραίτηση, συχνά από τα τηλεπαράθυρα, τα λάθη στο κυβερνητικό μάνατζμεντ, αλλά και τη συσσώρευση ακινήτων σε προνομιακές περιοχές και προορισμούς, το ύφος του κυβερνητισμού on και off camera.
Τον περισσότερο καιρό, το πλοίο παρέμενε αγκυροβολημένο. Που και που έβγαινε αρόδο, αλλά όχι πολύ μακρυά, έτσι για να μην κολλήσουν τα βαγονάκια και τα κοτσανέλα και να γρασάρουν τα σχοινιά. Τότε το πανί άλλαζε μορφή. Πότε έπαιρνε χρώμα αλλαγών και μεταρρυθμίσων και άλλοτε γινόταν κοινωνικά ευαίσθητο με χαμογελαστά πρόσωπα να ατενίζουν το μέλλον. Η πορεία όμως ήταν κυκλική. Μόλις ξεπρόβαλε ο Πλατύς Γιαλός, το πλοίο επέστρεφε. Το πλήρωμα ήταν μπερδεμένο, τα μηνύματα δεν έβγαζαν νόημα, και οι ντόπιοι κοιτούσαν απορημένοι, προσπαθώντας να καταλάβουν τις προθέσεις του καπετάνιου.
Ο ίδιος, σπάνια εμφανιζόταν στη γέφυρα. Προτιμούσε το γραφείο του. Ενίοτε δε έβγαινε και στην παραλία και τα έπινε με φίλους από τα παλιά. Τότε, έλεγαν πολλοί, άλλαζε εικόνα, γινόταν διαφορετικός. Σπάνια τον είχαν δει στην καμπίνα πλοήγησης. Εκεί άφηνε άλλους. Άλλωστε είχε δώσει σαφείς οδηγίες για την πορεία. Είχε αφήσει μόνο μία εκκρεμμότητα που παίδευε στο μυαλό του. Τη διακυνδύνευση, το ρίσκο που έπρεπε να πάρει το πλοίο. Σε αυτό δεν είχε καταλήξει ακόμη.
Κάποτε το λιμάνι βρώμισε. Το πλοίο επίσης. Όταν χρειάστηκε να σαλπάρει για ένα ακόμη δοκιμαστικό ταξίδι, οι άξονες κίνησης, η καρίνα, οι προπέλες δεν λειτουργούσαν καλά. Γύρισαν πίσω άρον άρον και άρχισαν τις επισκευές, οι οποίες έμοιζαν ατελείωτες. Το ηθικό έπεσε, οι αξιωματικοί έκαναν του κεφαλιού τους, ορισμένοι είχαν ήδη αρχίσει να κάνουν πρόβες στη τιμονιέρα και καμώνονταν τους σπουδαίους.
Με το ‘να και με τ’ άλλο, το πλοίο της κυβέρνησης δεν σαλπάρισε ποτέ. Και άξαφνα το βράδυ της 7ης Ιουνίου του σωτηρίου έτους 2009, οι νησιώτες βαρέθηκαν να το βλέπουν και πήγαν κρυφά και έκοψαν τον κάβο. Το πρωί βρήκε καπετάνιο και πλήρωμα μεσοπέλαγα.
Οι προσπάθειες συντονισμού και πλοήγησης απέβησαν άκαρπες. Ήταν πολύς ο καιρός που ήταν ακίνητο και αδρανές. Από την άλλη, οι εργασίες δεν είχαν προχωρήσει. Ήταν και εκείνα τα ανταλλακτικά που περίμεναν από το εξωτερικό και δεν έρχονταν. Το πλοίο δεν δούλευε. Ευτυχώς, προς το παρόν είχε μπουνάτσα. Τα πανιά δεν έφταναν, παρέμεναν ακίνητοι. Εδώ και καιρό ο καπετάνιος γυροφέρνει σκεφτικός από το γραφείο του στην καμπίνα πλοήγησης, στη γέφυρα και τανάπαλιν.
Είναι άραγε αργά για να βρει το δρόμο του; Να οργανώσει τα πράγματα, να κάνει εγκαίρως τις επισκευές; Ίσως όχι, αλλά το δίλημμα είναι, να χαράξει πορεία πίσω στο λιμάνι, ή προς την ανοικτή θάλασσα; Και οι νησιώτες; Γιατί έκοψαν τους κάβους; Τί περιμένουν από αυτόν; Η απάντηση στο ερώτημα ίσως να κρύβει και το κλειδί των εξελίξεων…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου