Κυριακή 14 Δεκεμβρίου 2008

Ο βιασμός της λογικής ως πεδίο συνεννόησης


Η κατάρρευση του κομματικού συστήματος στην Ελλάδα σήμερα –η ανικανότητα των κομμάτων να αντιμετωπίσουν, δεκαετίες τώρα, τα καίρια προβλήματα της κρατικής λειτουργίας– είναι σύμπτωμα δραματικό, άκρως δυσοίωνο. Οι πολίτες, ωστόσο, ελπίζουμε. Οτι, δεν μπορεί, κάποτε θα αφυπνιστούν, μέσα στα σάπια αυτά κόμματα, κάποιες τίμιες, ανιδιοτελείς συνειδήσεις. Θα εξεγερθούν, θα ανατρέψουν την οικογενειοκρατία και μετριοκρατία, θα φέρουν στην επιφάνεια ανθρώπινη ποιότητα ικανή να υπηρετήσει τις κοινές ανάγκες, κοινές στοχεύσεις ανθρωπιάς, προόδου, κατά κεφαλήν καλλιέργειας.

Αυτό που πραγματικά και ανήκεστα απελπίζει είναι η συνεχής και επιτεινόμενη αύξηση των συμπτωμάτων, ευρύτερα μέσα στην ελλαδική κοινωνία, ανορθολογισμού ή και παραλογισμού. Απελπίζει η αδυναμία συν-εννόησης στον καθημερινό βίο, η ανυπαρξία κριτηρίων ικανών να αναχαιτίσουν την αυθαιρεσία, ο αυτονόητος βιασμός της λογικής από τη γλώσσα των συμφερόντων, η κατά κανόνα ταύτιση της ατομικής γνώμης με την άμυνα του εγώ.

Δεν μοιάζει να υπάρχει Ελληνας σήμερα που να μην κατακεραυνώνει όση διαφθορά συνεπάγεται το εκάστοτε κομματικό κράτος, Ελληνας που να μη χλευάζει την οικογενειοκρατία στην πολιτική, που να μη φρίττει με την ανικανότητα των κυβερνήσεων στον τομέα της υγείας, της παιδείας, της ασφάλισης της δημόσιας τάξης, στην πάταξη της γραφειοκρατίας, του εκβιαστικού συνδικαλισμού. Και όμως, ο ίδιος αυτός προσβεβλημένος και οργισμένος Ελληνας, όταν στο χωριό του ή στη συνοικία του φτάσει ο επαγγελματίας κομματικός μαφιόζος, θα πάρει την κομματική σημαία, θα φορέσει το κομματικό κασκόλ και θα πάει να χειροκροτεί και να χοροπηδάει κάτω από το μπαλκόνι κραυγάζοντας ηλίθια συνθήματα υπαγορευμένα από την ντουντούκα.

Ολοκληρωτική έκλειψη λογικής συνέπειας, ειρμού και συνοχής: Καλούνται οι οπαδοί του δεύτερου (τότε, πριν από ένα χρόνο) σε εκλογική δύναμη κόμματος να ψηφίσουν καινούργιο αρχηγό μετά από συντριπτική εκλογική ταπείνωση. Εχουν να επιλέξουν ανάμεσα στον αίτιο της αποτυχίας και ταπείνωσης, πρόσωπο χιλιομαρτυρημένης από κάθε μεριά μετριότητας, εξόφθαλμων υστερημάτων και σε δύο άλλους υποψήφιους εγνωσμένης δυναμικής, ξεχωριστών ικανοτήτων. Και η πλειοψηφία των οπαδών προκρίνει αναφανδόν τον μειονεκτικό, χαρίζει την ηγεσία στον θλιβερό ολίγιστο.

Προκλητικά κυρίαρχος ο ανορθολογισμός στην ελλαδική κοινωνία: Η κάποτε πόλη των Αθηνών είναι σήμερα πια μια τσιμεντένια κόλαση αποθήκευσης ανθρώπων, κάθε σπιθαμή φυτεμένης γης, πάρκο, αλσύλλιο, κήπος, είναι ανάσα ζωής για τους κολασμένους του Λεκανοπεδίου. Να θέλει να διασώσει η Αθήνα, για λόγους «ιστορικής μνήμης», δείγματα του μεταπρατικού αρχιτεκτονικού της παρελθόντος, δείγματα του αλλοτριωτικού μιμητισμού και της θλιβερής παρακμής της είναι πολυτέλεια σχεδόν παρανοϊκή. Να διασωθεί σαν αρχιτεκτονικό κειμήλιο το εργοστάσιο Φιξ, στη λεωφόρο Συγγρού, αντί να δημιουργηθεί εκεί πνεύμονας πρασίνου, μάλλον μαρτυρεί αδυναμία αξιολόγησης προτεραιοτήτων, αλογία οιηματικού επαρχιωτισμού. Το ίδιο (και πολύ περισσότερο) το να στερηθεί ο δύσμοιρος πληθυσμός της Αθήνας ένα άνετων προδιαγραφών πάρκο μόνο για να διασωθούν οι οκτώ προσφυγικές πολυκατοικίες της λεωφόρου Αλεξάνδρας σαν «μνημείο» που διαιωνίζει «αναμνήσεις προσφυγιάς, πόνου, αλλά και ελπίδας για το καλύτερο»(!) Δεν μπορεί να δικαιολογηθούν τέτοια ενεργήματα παρά μόνο με την παραδοχή μιας συλλογικής αυτοκτονικής απερισκεψίας.

Ο ανορθολογισμός, μέχρι παράνοιας, κάνει εφιάλτη τη ζωή στις ελλαδικές τερατουπόλεις. Είμαστε η μοναδική χώρα της Ευρώπης που η «ζωοφιλία» μας αφήνει να λυμαίνονται τα μεγάλα αστικά κέντρα αγέλες αδέσποτων σκυλιών. Στο κέντρο της πρωτεύουσας, στην πλατεία Συντάγματος, μπορεί να μετρήσει κανείς, οποιαδήποτε ώρα της ημέρας, 20-22 τέτοια ζώα. Περιφέρονται ανάμεσα στα πόδια των περαστικών αδιάφορα, ώς τη στιγμή που, ξαφνικά και ανεξήγητα, θα τιναχτούν για να ορμήσουν, μανιασμένα και γαυγίζοντας, σε κάποιο μηχανάκι (απειλώντας θανάσιμα τη ζωή του οδηγού) ή σε κάποιον, ανύποπτο μέσα στους πολλούς, διαβάτη.

Αγέλες αδέσποτων σκυλιών λυμαίνονται και τον Βασιλικό Κήπο, το αλσύλλιο της Ριζαρείου, το Πεδίον του Αρεως, τον λόφο του Αρδηττού, του Στρέφη, του Φιλοπάππου, τη Διονυσίου Αρεοπαγίτου, κάνουν πια αδύνατο τον περίπατο στον Λυκαβηττό, στην Καισαριανή, στον Υμηττό. Το ίδιο συμβαίνει και στην παραλία της Θεσσαλονίκης, στην πλατεία Αριστοτέλους, στην παραλία του Βόλου. Φόβος και τρόμος για τις μητέρες με τα βρέφη στα καροτσάκια, για τους ηλικιωμένους με βακτηρία, για κάθε μοναχικό διαβάτη μόλις νυχτώσει. Θα άξιζε μια ιδιωτική πρωτοβουλία να συγκεντρώσει τις μαρτυρίες των ανθρώπων που έχουν υποστεί επιθέσεις, τραυματισμούς, ξέσκισμα των ρούχων από τα αδέσποτα στις πόλεις σκυλιά.

Και αυτή η καθημερινή βασανιστική απειλή διαιωνίζεται με την παρανοϊκή «λογική» της ζωοφιλίας. Αν απευθυνθεί κανείς στους δημάρχους ζητώντας να προστατευθούν οι πολίτες από τον τρόμο των αδέσποτων, θα εισπράξει την καθησυχαστική διαβεβαίωση ότι ο Δήμος έχει φροντίσει να εμβολιάσει όλα τα αγελαία σκυλιά, φόβος για λύσσα από τα δαγκώματα δεν υπάρχει! Και, φυσικά, δεν έχουν να αντιπαρατάξουν οι δήμαρχοι έστω και ένα παράδειγμα πόλης ευρωπαϊκής με τέτοιο οίστρο ζωοφιλικής τρομολαγνείας. Είμαστε μοναδικοί στον μαζοχιστικό παραλογισμό μας.

Ολοι στη σημερινή Ελλάδα μιλάνε για «διάλογο», προτάσσουν τον «διάλογο», επαγγέλλονται ή απαιτούν «διάλογο». Δεν μοιάζει να καταλαβαίνει κανείς τι σημαίνει η λέξη. «Οι θέσεις μας είναι αδιαπραγμάτευτες», έλεγε από ραδιοφώνου κορυφαία συνδικαλίστρια. «Και όμως, ο υπουργός μάς αρνείται τον διάλογο»! Αυτός ο βιασμός της λογικής είναι το πεδίο «συνεννόησης» στον ελλαδικό δημόσιο βίο σήμερα. Θέλαμε να χτίσουμε καινούργιο μουσείο που να στεγάσει τα κατάλοιπα της Ακρόπολης των Αθηνών. Ούτε πέρασε από τον νου μας ότι το πρώτο ζητούμενο σε ένα τέτοιο εγχείρημα δεν μπορεί να είναι η όποια επικαιρική (και εφήμερη) γυαλιστερή εκδοχή χρησιμότητας, προσαυξημένη με «ευρήματα» για τον εντυπωσιασμό της τεταρτοκοσμικής ξιπασιάς. Πρώτο ζητούμενο απέναντι στον Ιερό Βράχο είναι το αρχιτεκτονικό ήθος ταπεινής διακριτικότητας, η ιδιοφυΐα που αναδείχνεται υπηρετώντας ό,τι αποκαλυπτικά την υπερβαίνει.

Αν κάποτε η επαρχιωτική ελλαδική κοινωνία φτάσει να ξαναγίνει κοσμοπολίτικη ελληνική (και ένα τέτοιο θαύμα είναι συνάρτηση μόνο της κατά κεφαλήν καλλιέργειας), τότε η σημερινή βλασφημία και ντροπή που ακκίζεται απέναντι στον Ιερό Βράχο θα κατεδαφιστεί με την κοινή χειρωνακτική συμβολή των Αθηναίων πολιτών. Η συμπλεγματική ειδωλοποιίηση των «μνημείων» του μεταπρατισμού και της παρακμής, μαζί με τον παραλογισμό της ζωοφιλικής τυραννίας θα έχουν δώσει τη θέση τους σε διαφορετικές απαιτήσεις ποιότητας της ζωής.

Το ενδεχόμενο είναι εντελώς παραμυθένιο. Μπορούμε να συνεχίσουμε τον καθημερινό βιασμό της λογικής ανενόχλητοι.

Tου Xρηστου Γιανναρα