Πολιτικές ευθύνες αποδίδει για τις πρακτικές που χρησιμοποιήθηκαν τα τελευταία χρόνια σε ό,τι αφορά τα στατιστικά στοιχεία για τη δημοσιονομική κατάσταση της χώρας, η αρμόδια Ανεξάρτητη Επιτροπή, το πόρισμα της οποίας εστάλη τη Δευτέρα από τον υπουργό Οικονομικών στον πρόεδρο της Βουλής, για να συζητηθεί στην Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων.
Τα σοβαρότερα προβλήματα που εντοπίζει η Επιτροπή, στο πόρισμά της που δόθηκε στη δημοσιότητα τη Δευτέρα, είναι η χαμηλή ποιότητα των στοιχείων της ΕΣΥΕ, η κακή οργάνωση και οι «διαφαινόμενες πολιτικές παρεμβάσεις».
Το πόρισμα της επιτροπής που παραδόθηκε χθες στον υπουργό Οικονομικών και κατατέθηκε στη Βουλή για να συζητηθεί στην Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής, περιγράφει μεταξύ των άλλων αναλυτικά πως διπλασιάστηκε το έλλειμμα της Γενικής Κυβέρνησης μεταξύ της 2 και 21 Οκτωβρίου 2009. Δηλαδή δύο ημέρες πριν και 17 ημέρες μετά τις βουλευτικές εκλογές και την αλλαγή κόμματος στην εξουσία.
Όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά, ο διπλασιασμός του ελλείμματος οφείλεται κατά 92,8% στη μεταβολή του ελλείμματος της Κεντρικής Κυβέρνησης και κατά το υπόλοιπο στη μείωση του πλεονάσματος των ασφαλιστικών ταμείων.
Επισημαίνεται μάλιστα ότι τα στοιχεία που περιλαμβάνονται στη γνωστοποίηση της 2ας Οκτωβρίου δεν αντιστοιχούσαν στα στοιχεία που είχαν στείλει στην ΕΣΥΕ οι διάφοροι φορείς και υπηρεσίες. Αυτό δηλαδή που άλλαξε στη γνωστοποίηση της 21ης Οκτωβρίου είναι ότι καταχωρήθηκαν τα πραγματικά στοιχεία των διαφόρων φορέων και υπηρεσιών του δημοσίου.
Η επιτροπή δεν είναι μάλιστα σε θέση να επιβεβαιώσει ότι το έλλειμμα θα διαμορφωθεί στο 12,7% του ΑΕΠ το 2009, όπως είχε εκτιμηθεί πριν τρείς μήνες.
Η επιτροπή μεταφέρει και τις ενστάσεις που έχει διατυπώσει η Eurostat γύρω από το θέμα της καταγραφής των νοσοκομείων. Η Ευρωπαϊκή στατιστική υπηρεσία υποστηρίζει ότι τα χρέη θα πρέπει να κατανεμηθούν από το 2005 έως το 2009 και όχι στη διετία 2008- 2009.
Ειδικά για το χρέος στο πόρισμα τονίζεται ότι η συλλογή αξιόπιστων στοιχείων χρέους των φορέων εκτός κεντρικής κυβέρνησης καθώς και του "ενδοκυβερνητικού χρέους" έχει αποδειχθεί δύσκολη και αποτελεί τον "ασθενή κρίκο" στην όλη διαδικασία προσδιορισμού του ύψους του χρέους της γενικής κυβέρνησης, στο πλαίσιο της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος.
Ειδικά για το 2009, ο λόγος του χρέους προς το ΑΕΠ αναθεωρήθηκε σταδιακά από 91,4% σε 113,4% του ΑΕΠ, δηλαδή κατά 22 εκατοστιαίες μονάδες ή κατά 55 δισ. ευρώ (!) μέσα σε διάστημα 11 μηνών.
Πέραν των προβλημάτων που συνδέονται με τα στοιχεία του χρέους των εκτός κεντρικής κυβέρνησης φορέων, υπάρχουν και άλλες κατηγορίες προβλημάτων, που έχουν οδηγήσει στο παρελθόν και αναμένεται να οδηγήσουν και στο μέλλον σε σημαντικές αναθεωρήσεις του χρέους.. Ειδικότερα: Το χρέος, όπως καταγράφεται σήμερα, είναι μειωμένο από διάφορες "συμφωνίες ανταλλαγής επιτοκίου" (ή "συναλλάγματος", δηλαδή τα "swaps". Μία από τις "συμφωνίες" αυτές είναι αυτή με την Εθνική Τράπεζα, όπου ουσιαστικά το Δημόσιο "οφείλει" στην Εθνική περίπου 5,5 δισεκ. ευρώ, τα οποία δεν καταγράφονται στο υπόλοιπο του χρέους.
Το χρέος- τονίζεται στο πόρισμα- δεν περιλαμβάνει επίσης τις "πιστώσεις προμηθευτών". Το Ευρωπαϊκό Σύστημα Εθνικών Λογαριασμών (ΕΣΛ ΄95) δεν προβλέπει κάτι τέτοιο επειδή οι οφειλές του Δημοσίου πρέπει να εξοφλούνται το αργότερο εντός 60 ημερών. Στην Ελλάδα, όμως, δεν τηρείται ο κανονισμός για την έγκαιρη εξόφληση, με αποτέλεσμα να συσσωρεύονται χρέη δισεκατομμυρίων, τα οποία αργότερα οδηγούν σε αναθεώρηση του ελλείμματος και του χρέους. Η πλέον χαρακτηριστική περίπτωση είναι αυτή των δημόσιων νοσοκομείων τα οποία έως τις 30 Σεπτεμβρίου του 2009 χρεωστούσαν στους προμηθευτές τους (για την περίοδο 2005-Σεπτέμβριος 2009) 6,3 δισεκ. ευρώ.
Η πρόσφατη καταγραφή αυτών των υποχρεώσεων (21 Οκτωβρίου 2009) οδήγησε στην αύξηση του ελλείμματος της γενικής κυβέρνησης για τα έτη 2008 και 2009 και θα προκαλέσει αντίστοιχη αύξηση του χρέους.
Πέραν των χρεών των νοσοκομείων εκτιμάται ότι υπάρχουν ακόμη ανεξόφλητες υποχρεώσεις του Δημοσίου ύψους 6 δισεκ. ευρώ περίπου. Όταν εξοφληθούν αυτές οι υποχρεώσεις (ή καταχωρηθούν στα επίσημα στοιχεία) τότε το δημόσιο χρέος θα αναθεωρηθεί προς τα άνω. Σημειώνεται ότι για χώρες μέλη της ΕΕ με οικονομίες αντίστοιχες της Ελληνικής, το ανεξόφλητο υπόλοιπο των υποχρεώσεων του κράτους προς τους προμηθευτές του είναι της τάξης του 1 δισεκ. ευρώ.
Το υπόλοιπο του χρέους δεν περιλαμβάνει επίσης το δανεισμό διαφόρων δημόσιων φορέων ο οποίος έχει πραγματοποιηθεί με την εγγύηση του Δημοσίου. Το εγγυημένο από το Δημόσιο χρέος έφθασε στο τέλος του 2009 τα 26,2 δισ. ευρώ (ή 10,9% του ΑΕΠ), από 6,2% του ΑΕΠ το 2002. Το 40% περίπου αυτού του χρέους το οφείλει ο ΟΣΕ και δεν είναι σε θέση να το αποπληρώσει. Σημαντικές είναι επίσης και οι υποχρεώσεις των ΕΛΓΑ.
Η παραπάνω εξέλιξη οφείλεται στη εξής πρακτική. Πολλές φορές για να μην αυξηθεί το έλλειμμα του προϋπολογισμού και το χρέος, διάφοροι δημόσιοι φορείς εξωθούνται σε τραπεζικό δανεισμό με την εγγύηση του Δημοσίου (που δεν καταγράφεται ως χρέος), συνήθως με μεγαλύτερο επιτόκιο απ΄ ό,τι εάν δανειζόταν απ΄ ευθείας το Δημόσιο και στη συνέχεια επιχορηγούσε αυτούς τους φορείς.. Με τον τρόπο αυτό σημαντικές υποχρεώσεις του Δημοσίου παραμένουν διάχυτες στο τραπεζικό σύστημα για μερικά έτη, χωρίς να εμφανίζονται στο χρέος. Όταν οι υποχρεώσεις αυτές αναληφθούν επίσημα από το Δημόσιο προκαλείται αιφνίδια αύξηση του χρέους. Σημειώνεται ότι τα τελευταία 4-5 έτη οι εγγυήσεις που κατέπιπταν καλύπτονταν με νέο δανεισμό (με την εγγύηση του Δημοσίου) με αποτέλεσμα, ενώ αυξάνονταν αλματωδώς το υπόλοιπο των εγγυημένων από το Δημόσιο δανείων, οι καταπτώσεις εγγυήσεων να έχουν ουσιαστικά μηδενιστεί.
Πολύ σημαντικές αναθεωρήσεις του ύψους του χρέους είναι δυνατόν να προέλθουν από τις Συμπράξεις Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ) για την κατασκευή δημοσίων έργων. Κατά τη διάρκεια του 2008 και του 2009 υπογράφτηκαν πολλές τέτοιες συμβάσεις. Προς το παρόν κανένα από αυτά τα έργα δεν έχει ταξινομηθεί ως δημόσια επένδυση και δεν έχει επιβαρύνει το έλλειμμα ή το χρέος της γενικής κυβέρνησης. Για να ταξινομηθούν όμως οι επενδύσεις αυτές ως ιδιωτικές θα πρέπει να πληρούν ορισμένα κριτήρια που έχει θέσει η Eurostat. Το πιθανότερο είναι ότι οι περισσότερες συμπράξεις που έχουν υπογραφεί έως τώρα δεν πληρούν αυτά τα κριτήρια και τελικά θα επιβαρύνουν το χρέος, όταν αξιολογηθούν από την Eurostat.
Εξαιτίας των ανωτέρω προβλημάτων τα ελληνικά στατιστικά στοιχεία έχουν υποστεί διαχρονικά εκτεταμένες αναθεωρήσεις και συνεχείς ελέγχους από τη Eurostat, η οποία εντρυφεί σε ασυνέπειες, παλινωδίες και μεθοδολογικά προβλήματα του ελληνικού στατιστικού συστήματος σε έκταση πολύ μεγαλύτερη απ΄ ότι γίνεται για οποιαδήποτε άλλη χώρα της ΕΕ.
Capital
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου