ΑΠΟ ΤΗΝ ΜΑΡΙΑ ΣΕΦΕΡΟΥ
Η θρησκοληψία ήταν πάντοτε αποτέλεσμα του φόβου. Οι θρησκόληπτοι προσκολλώνται στη θρησκεία τους όχι τόσο για να μάθουν τους ηθικούς νόμους που πρέπει να εφαρμόζουν στη ζωή τους όσο για να διερευνήσουν τρόπους ώστε ν’ αποφύγουν τις συνέπειες των πράξεών τους που δεν ήταν σύννομες προς τον ηθικό κώδικα – συνέπειες σε τούτη τη ζωή ή τη μετά θάνατον. Με άλλα λόγια, εκείνο που τους ενδιαφέρει περισσότερο δεν είναι το πώς ν’ αποφύγουν το κακό, αλλά πώς θ’ αποφύγουν την τιμωρία του. Αφού οι ίδιοι παραβούν τον Άγραφο Νόμο, στη συνέχεια εκλιπαρούν το Θεό να τον παραβεί και ο ίδιος, διαγράφοντας τις φυσικές συνέπειες των πράξεών τους!
Μόνο όταν ο σκοπός της θρησκείας πάψει να είναι ανταλλάξιμες προσφορές με το Δημιουργό – πράγμα που δυστυχώς είναι και η κεντρική ιδέα του Χριστιανισμού – θα μπορέσει να εξυψώσει τον άνθρωπο σ’ ένα ανώτερο πνευματικό επίπεδο, ώστε ν’ αντιληφθεί πως είναι μέλος της αδιαίρετης πανανθρώπινης οικογένειας, του εκδηλωμένου στην ύλη “Σώματος του Θεού”, και πως το κάθε κακό που πράττει εναντίον του συνανθρώπου του είναι κακό εναντίον του εαυτού του. Και μόνο όταν ο άνθρωπος συνειδητοποιήσει ότι είναι ο ίδιος θεός εν δυνάμει, και πάψει να γονατίζει μπροστά στα είδωλα εξευτελίζοντας την αξιοπρέπειά του, θα έχει αρχίσει να εκπληρώνει τον προορισμό του στη γη. Μόνο τότε θα μπορεί να συμπεριφέρεται ως βασιλιάς και φύλακας της Δημιουργίας, υπεύθυνος για την προστασία και τη συντήρηση του πλανήτη μας και όλων των όντων που ζουν πάνω σε αυτόν.
Δυστυχώς για την ανθρωπότητα και την πνευματική της πρόοδο, οι ιδρυτές των θρησκειών τις θεμελίωσαν πάνω στο ατομικό συμφέρον και τον εγωισμό, κι έχουν κρύψει την Αλήθεια πίσω από μια αλληγορική γλώσσα, προσωποποιώντας απρόσωπες και αόρατες δυνάμεις και αποδίδοντας στο άμορφο ή στους νεκρούς απατηλές μορφές, ικανότητες και αρμοδιότητες. Ίσως έχουν ένα ελαφρυντικό, εάν έκριναν ότι αυτές οι μορφές ήταν αναγκαίες για να τραβήξουν την προσοχή του ανώριμου νου, κι ότι για τους πνευματικά “αναλφάβητους” τα είδωλα ήταν απαραίτητα, όπως είναι τα εικονογραφημένα βιβλία για τα παιδάκια του νηπιαγωγείου που δεν έχουν μάθει ακόμη να διαβάζουν. Ίσως…
Ωστόσο, από τότε που θεμελιώθηκαν οι μεγαλύτερες θρησκείες μέχρι σήμερα η αντίληψη του ανθρώπου έχει διευρυνθεί, ο νους του έχει οξυνθεί, και θα έπρεπε και οι θρησκείες να προσαρμόζονται ανάλογα και να εκσυγχρονίζονται. Παραμένοντας προσκολλημένες στο παρελθόν, άκαμπτες και αποστεωμένες, οι θρησκείες απωθούν το σύγχρονο άνθρωπο αντί να τον προσελκύσουν. Αλλά και όταν τον προσελκύουν, δεν έχουν τη δύναμη να τον μεταμορφώσουν. Οι θρησκευτικοί ταγοί, για να διατηρήσουν τα προκλητικά προνόμιά τους, δε θέλουν να καταλάβουν ότι όσο εξελίσσονται οι άνθρωποι τόσο πρέπει να εξελίσσονται και οι θρησκείες τους αλλά και οι “θεοί” τους. Δε θέλουν να κατανοήσουν ότι οι άνθρωποι, αντί να περιμένουν τον ερχομό ενός “Σωτήρα” που θα τους απαλλάξει ως δια μαγείας από τις ολέθριες συνέπειες των πράξεών τους, θα πρέπει ν’ ανασκουμπωθούν, να ορθώσουν το ανάστημά τους και ν' αναλάβουν οι ίδιοι, ατομικά και συλλογικά, τη σωτηρία τους.
Λέγεται ότι ο Ηράκλειτος δεν πήγε ποτέ σε ναό διότι πίστευε ότι ο άνθρωπος με αντίληψη, που έχει τα μάτια του ανοιχτά στην Αλήθεια και που το πνεύμα του μπορεί ν’ ακούσει και να αισθανθεί, γνωρίζει ότι ο Θεός είναι παντού, είναι δηλαδή «πανταχού παρών και τα πάντα πληρών…» Είναι η ίδια η ΥΠΑΡΞΗ. «Είναι κι εδώ θεοί», είχε πει ο Ηράκλειτος ενώ καθόταν δίπλα στο τζάκι. Το ζέσταμά του ήταν μια προσευχή. Αν δε μπορεί κανείς να νιώσει ότι το κάθε τι γύρω του και μέσα του είναι θεϊκό, τότε όσες εκκλησίες ή τζαμιά κι αν επισκεφτεί, όσους ιερούς τόπους κι αν προσκυνήσει, δε θα βρει το Θεό.
Εξάλλου, είναι γεγονός αναμφισβήτητο ότι οι θρησκείες είναι εγγενώς εριστικές, διότι κάθε μια πιστεύει ότι κατέχει την απόλυτη αλήθεια ενώ όλες οι άλλες είναι ψεύτικες. Γι αυτό οι θρησκείες, περισσότερο από κάθε άλλη αιτία, έχουν ανά τους αιώνες προκαλέσει στην ανθρωπότητα συγκρούσεις και δυστυχία. Ο θρησκευόμενος, με γνώσεις από δεύτερο και τρίτο χέρι, είναι τόσο σίγουρος για την “αλήθεια” της πίστης του που δε διστάζει ακόμη και να σκοτώσει για να τη διαδώσει. Η σιγουριά του αυτή μιλάει προφανώς είτε για την αφέλειά του είτε για την υποκρισία του.
Βεβαίως, ο πνευματικός άνθρωπος δε φοράει καμία θρησκευτική ταμπέλα. Δεν είναι ούτε Χριστιανός, ούτε Μωαμεθανός, ούτε Ινδουιστής, ούτε Βουδιστής ή κάτι άλλο. Γνωρίζει ότι ο πυρήνας της ηθικής όλων των θρησκειών είναι ίδιος, κι εκεί που οι θρησκείες διαφέρουν είναι στην εξωτερική διακόσμηση. Γνωρίζει ακόμη ότι η μόνη αληθινή και αποτελεσματική για την ηθική πρόοδο του ανθρώπου “θρησκεία” είναι να βρει κανείς τον εσωτερικό οδηγό και να μπορεί ν’ ακούει καθαρά τη φωνή του πνεύματος μέσα του, που εκδηλώνεται με την καθαρή συνείδηση. Κι αυτή η φωνή, εκτός των άλλων, θα του επαναλαμβάνει μονότονα, σχεδόν κουραστικά, τη λέξη ΑΓΑΠΗ.